Οι περιπέτειες της καστρινής Αποκριάς
Οι περιπέτειες της καστρινής Αποκριάς
Μόλις δεκαπέντε χρόνια μετά τη μεγάλη κρητική επανάσταση του 1866 και την εθελοθυσία του Αρκαδίου οι Χριστιανοί του Μεγάλου Κάστρου αποτολμούν να οργανώσουν την πρώτη τους αποκριάτικη εκδήλωση στον δημόσιο χώρο, εξασφαλίζοντας τη συναίνεση του Μητροπολίτη Τιμόθεου Καστρινογιαννάκη. Ήταν μάλλον μια προσπάθεια τόνωσης του εθνικού και του θρησκευτικού φρονήματος και, παράλληλα, ένας τρόπος περαιτέρω ρήξης με τον φανατικό οθωμανικό όχλο, αφού ένα από τα το βασικά θέματα του ιδιότυπου νεοαστικού καρναβαλιού τους ήταν η αλυσοδεμένη υπόδουλη Κρήτη!
Τόσο η ιδέα όσο και η οργάνωση της αποκριάτικης παρέλασης ανήκε στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα της πόλης, καθώς οι ανερχόμενες αστικές τάξεις φαίνεται να τηρούσαν αδιάφορη ή ουδέτερη στάση.
Τα πολιτικά και τα κοινωνικά μηνύματα, σε συνδυασμό με αναπαραστάσεις μυθολογικών θεμάτων, κυριάρχησαν και στα καρναβάλια της περιόδου της Αυτονομίας (Κρητική Πολιτεία). Ούτε από αυτά, όμως, έλειψαν οι εντάσεις και οι αντιπαραθέσεις, όχι πλέον ανάμεσα σε Χριστιανούς και Μουσουλμάνους αλλά ανάμεσα στους οπαδούς των δυο πολιτικών κομμάτων. Οι εκδηλώσεις αυτής της μορφής φαίνεται να υποχώρησαν στις αρχές ή στα μέσα της δεκαετίας 1910-1920 για να ξαναρχίσουν μετά τη ναζιστική κατοχή, τη δεκαετία του 1950, με διαφορετικά κοινωνικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά. Κάποιοι, μάλιστα, σκέφτηκαν να αξιοποιήσουν τη μεγάλη φήμη του μινωικού πολιτισμού και σ’ αυτού του τύπου τις λαϊκές εκδηλώσεις.
Στα χρόνια του Μεσοπολέμου η πόλη παραληρούσε στα χορευτικά κέντρα, στους ξέφρενους αποκριάτικους χορούς των μεταμφιεσμένων αστών με κρητική και, κυρίως, ευρωπαϊκή μουσική. Οργανωμένα καρναβάλια δεν αναφέρονται εκείνα τα χρόνια. Κυρίαρχο στοιχείο, όμως, της καστρινής Αποκριάς ήταν από τις αρχές του αιώνα οι μεταμφιέσεις και τα μασκαρέματα. Οι πρώην κάτοικοι της υπαίθρου που εγκαθίστανται στην πόλη φέρνουν μαζί τους τα έθιμα του αγροτικού χώρου. Αναρίθμητοι μεταμφιεσμένοι περιφέρονται στους δρόμους φορώντας εντυπωσιακές μάσκες, πολλές από τις οποίες κατασκευάζονταν σε ειδικό εργοστάσιο προσωπίδων(!) που λειτουργούσε στην Αθήνα ή και σε μικρές ντόπιες ευκαιριακές βιοτεχνίες. Μέχρι και βικτωριανές μάσκες εμφανίζονται στο Ηράκλειο λίγο μετά το 1900, φερμένες από Άγγλους αξιωματικούς και στρατιώτες που στρατοπέδευαν στην Κρήτη κατά την περίοδο της Αυτονομίας. Εκτός από τις μάσκες του εμπορίου τα λαϊκότερα στρώματα αξιοποιούν την αγροτική εμπειρία τους χρησιμοποιώντας αντικείμενα χωρίς σπουδαία υλική αξία (π.χ. νεροκολοκύθες) ενώ οι μοδίστρες ράβουν και κεντούν υφασμάτινες μάσκες για τις κυρίες και τις δεσποσύνες της εποχής. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα άγνωστα δρώμενα των λαϊκών συνοικιών, τα οποία επίσης μιμούνταν ανάλογα του αγροτικού χώρου. Ωστόσο, δεν ήταν πάντα αυτονόητη η χρήση προσωπίδων, αφού συχνά οι δικτατορίες και κάποιες φοβικές κυβερνήσεις τις απαγόρευαν εκδίδοντας αστυνομικές διατάξεις και απειλώντας με βαριές τιμωρίες τους παραβάτες των αστυνομικών αποφάσεων.
Η ομιλία του Νίκου Ψιλάκη βασίζεται στη διερεύνηση των αρχειακών πηγών, στην αποδελτίωση του Τύπου, στην παλαιότερη καταγραφή μαρτυριών (1983–2005) και στη μελέτη των διασωθέντων υλικών καταλοίπων, κυρίως παλαιών μασκών, μικρό μέρος των οποίων θα παρουσιαστεί κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης.
Την Τετάρτη 6 Φεβρουαρίου, ώρα 6 το απόγευμα. Στη Βικελαία Βιβλιοθήκη του Ηρακλείου