ΤΟ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ ΔΕΝΤΡΟ ... ΤΟΥ ΚΟΝΔΥΛΑΚΗ!

 Του Νίκου Ψιλάκη

(Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΥΠΕΡ (τ. 64/2012)

Πολλά έχουν γραφτεί στην Ελλάδα για το χριστουγεννιάτικο δέντρο. Από την πρώτη εποχή που εμφανίστηκε στη σημερινή του μορφή βρέθηκε στο επίκεντρο οξύτατων συζητήσεων και κατηγορήθηκε ως απειλή για τα ελληνικά έθιμα. Πολλές φορές η πολεμική εναντίον του εμπλουτίστηκε με οικολογικά επιχειρήματα. Ήδη από τον 19ο αιώνα προβαλλόταν συστηματικά η ανάγκη προστασίας του δασικού πλούτου με την απαγόρευση κοπής των ελάτων που προορίζονταν για χριστουγεννιάτικη διακόσμηση. 

Μια έρευνα στον Τύπο των παλιότερων εποχών θα μπορούσε να μας δώσει ένα πλούσιο απάνθισμα των επιχειρημάτων και της πολεμικής εναντίον του χριστουγεννιάτικου δέντρου. Για πολλές δεκαετίες επανερχόταν στις σχετικές συζητήσεις η εμμονή στην ελληνικότητα και ως απόλυτη έκφρασή της θεωρήθηκε το περίφημο χριστουγεννιάτικο καραβάκι. Άρθρα της μορφής «δέντρο ή καράβι;» δεν έλειψαν ποτέ από τις στήλες του Τύπου.

Τα τελευταία χρόνια η πολεμική εναντίον των στολισμένων δέντρων έχει κοπάσει. Σ’ αυτό έχει συμβάλει ασφαλώς η Λαογραφία και η Αρχαιολογία, επιστήμες που απέδειξαν ότι το μοτίβο του λατρευτικού ή τελετουργικού δέντρου δεν είναι καθόλου ξένο προς τον ελληνικό πολιτισμό. Προχωρώντας ένα βήμα παρακάτω, μελετητές των παλαιότερων περιόδων του πολιτισμού μας έδειξαν ότι οι ρίζες του εθίμου του στολισμένου και φωτισμένου δέντρου είναι   βυζαντινές (π.χ. Καλοκύρης). Κανείς, ωστόσο, δεν αμφισβητεί ότι το δέντρο, όπως τουλάχιστον το γνωρίζουμε σήμερα, ήρθε στον ελληνικό χώρο μόλις τον 19ο αιώνα. Σχετικά με τον τρόπο που ήρθε και καθιερώθηκε έχουν γραφτεί κατά καιρούς διάφορες εκδοχές (π.χ. το έφεραν οι Βαυαροί του Όθωνα).

Στις αρχές του 20ού αιώνα, και ενώ η πολεμική εναντίον του χριστουγεννιάτικου δέντρου εκφραζόταν μέσα από τον Τύπο της εποχής, ένας σπουδαίος λόγιος, ο Ιωάννης Κονδυλάκης, δεν δίστασε να ταχθεί θαρραλέα υπέρ του δέντρου! Δημοσίευσε, μάλιστα και σχετικά χρονογραφήματα με τα οποία κατέρριπτε τα επιχειρήματα των διωκτών του εθίμου ως αβάσιμα. Ο Βιαννίτης χρονογράφος υπερασπίστηκε με δυναμισμό το «ξενόφερτο» έθιμο!  Η επιχειρηματολογία του παρουσιάζει ενδιαφέρον. Υποστήριζε ότι αυτό το ξένο έθιμο μπορεί να δώσει χρώμα στα ελληνικά Χριστούγεννα! Πίστευε, μάλιστα, ότι τα ελληνικά Χριστούγεννα δεν παρουσίαζαν κανένα ενδιαφέρον και ότι το μόνο που θα μπορούσε να θυμάται κανείς  από αυτή τη μεγάλη γιορτή ήταν τα βαρυστομαχιάσματα τα οποία προκαλούνταν από το πολύ φαγητό!

Το δέντρο σύμφωνα με τον Κονδυλάκη θα μπορούσε να δώσει χρώμα στα ελληνικά Χριστούγεννα, να προσφέρει την οικογενειακή τελετουργία που χρειάζεται προκειμένου να γίνει μια ξεχωριστή γιορτή.

Βέβαια, ελληνικά χριστουγεννιάτικα έθιμα υπήρχαν πάντα και πολλά απ’ αυτά είναι ενδιαφέροντα για τον συμβολισμό, το θρησκευτικό περιεχόμενο και την κοινωνική λειτουργία τους. Η ελληνική Λαογραφία τα ανάδειξε μάλιστα και αναζήτησε το συμβολικό και τον τελετουργικό ρόλο τους, ιδιαίτερα στα μεταγενέστερα χρόνια. Δεν πρέπει, όμως, να έχουμε την απαίτηση από τον Κονδυλάκη να γνωρίζει όλα τα έθιμα του ελληνικού χώρου, και μάλιστα σε μια εποχή που η Λαογραφία μόλις είχε αρχίσει να κάνει τα πρώτα βήματά της ως επιστήμη.

Το πρώτο σχετικό χρονογράφημα που γνωρίζουμε γράφτηκε τη μέρα των Χριστουγέννων το 1908. Μετέφερε την άποψη κάποιου πολίτη που θα στόλιζε Χριστουγεννιάτικο δέντρο επειδή… είναι ωραίο (εφημερίδα Εμπρός 25-12-1908). Έξι χρόνια αργότερα επανέρχεται στην ίδια εφημερίδα (Εμπρός 25-12-1914) με το ίδιο επιχείρημα: είναι ωραίο! Τώρα, όμως, τα επιχειρήματά του είναι πιο στέρεα. Μιλά για τα άχρωμα ελληνικά Χριστούγεννα, τα οποία χαρακτηρίζει μόνο θρησκευτική γιορτή και υποστηρίζει ότι το δέντρο δεν εκτοπίζει και δεν αντικαθιστά  κανένα ελληνικό έθιμο. Μιλώντας , λοιπόν, για ελληνικά Χριστούγεννα δεν χάνει την ευκαιρία να στιγματίσει και να ειρωνευτεί ένα από τα δημοσιογραφικά έθιμα της εποχής του, τη χριστουγεννιάτικη λογοτεχνία. Και άλλες φορές επέκρινε τα διηγήματα που κατέκλυζαν τότε τις στήλες των εφημερίδων, ίσως και με πιο σκληρή γλώσσα. Δύσκολα θα μπορούσε να τα αποδεχτεί ως λογοτεχνία!

Εκείνο που προξενεί ιδιαίτερη εντύπωση είναι η ανεκτικότητα του Κονδυλάκη, η διάθεσή του να αποδεχτεί ένα ξένο έθιμο. Το καλοδέχεται μάλιστα με το απλό επιχείρημα που αναφέραμε παραπάνω: επειδή είναι ωραίο! 

Από τα δυο χρονογραφήματα (του 1908 και του 1914) που και τα δυο είχαν τον ίδιο τίτλο, Το Δέντρον, επιλέγουμε να αναδημοσιεύσουμε το δεύτερο. Το παραθέτουμε αυτούσιο ως δείγμα γραφής μιας θαρραλέας πένας που μπορούσε να υποστηρίξει με σθένος ένα βασικό χαρακτηριστικό όλων των πολιτισμικών και των κοινωνικών φαινομένων: το διάλογο!

 

Το χρονογράφημα του Κονδυλάκη

ΤΟ ΔΕΝΔΡΟΝ

Το δένδρον των Χριστουγέννων εισχωρεί κατ’ έτος περισσότερον εις τα ελληνικά έθιμα, ώστε να δυνάμεθα να προΐδωμεν ότι θα ριζοβολήση οριστικώς εις την Ελλάδα. Τούτο σκανδαλίζει πολλούς και επί πολύ ακόμη θα υπάρχουν οι κατακρίνοντες ως ξενομανίαν αυτήν την απομίμησιν. Αλλ’ ότι το δένδρον των Χριστουγέννων είναι ξένον έθιμον δεν σημαίνει τίποτε, αφού είναι ωραίον. Αν επρόκειτο να εισαγάγη εις την ζωήν μας τίποτε το άσχημον ή τίποτε νοσηρόν, τότε η κατηγορία του ξένου και εθνείου θα ήτο σοβαρά και δικαιολογημένη. Αλλά δεν πιστεύω να ευρίσκεται κανείς ο οποίος να διατείνεται ότι το δένδρον των Χριστουγέννων δεν είναι από τα ωραιότερα και αθωώτερα συγχρόνως έθιμα, τελείως δε προσαρμοζόμενον  εις την εορτήν την οποίαν συνοδεύει.

Αλλ’ ούτε έρχεται ν’ αντικαταστήση και εκτοπίση ή διαστρέψη έθιμον ελληνικόν σχετικόν με τα Χριστούγεννα, ότε θα ήτο δικαιολογημένη η αντίδρασις εναντίον του παρεισάκτου. Τα Χριστούγεννα εις την Ελλάδα δεν έχουν κανένα χαρακτήρα ιδιαίτερον, εκτός εάν θεωρηθή ως χαρακτήρ η έλλειψις παντός ιδιαιτέρου χρωματισμού, παντός κοινωνικού χαρακτήρος. Είναι μόνον μεγάλη θρησκευτική εορτή, την οποίαν εορτάζομεν εις την εκκλησίαν, όπως πάσαν άλλην θρησκευτικήν εορ΄την. Εάν δεν έιχε τα Κάλανδα δεν θα είχε καμμίαν κοινωνικήν εκδήλωσιν, κανέν κοινωνικόν έθιμον. Αλλ’ ούτε οικογενειακόν χαρακτήρα έχει. Εάν η οικογένεια κατά την ημέραν αυτήν συνέρχεται περί πλουσιωτέραν τράπεζαν, τούτο και μόνον δεν αρκεί δια να την ονομάζωμεν οικογενειακήν εορτήν.

Αφού δε θέλομεν και καλά να την κάμωμεν και οικογενειακήν και κοινωνικήν εορτήν, όπως την έχουν όχι μόνον οι καθολικοί και οι διαμαρτυρόμενοι, αλλά και οι ορθόδοξοι Ρώσσοι, διατί να μη δανεισθώμεν και όσα έθιμα συντελούν εις το να της δίδουν αυτόν τον χαρακτήρα; Όπως εορτάζομεν τώρα τα Χριστούγεννα περνούν ομοιόμορφα και μονότονα. Αν ανατρέξη η μνήμη μας εις το παρελθόν, δεν σταματά εις καμμίαν χρονολογίαν Χριστουγέννων, παρά δια να αναμνησθή ίσως καμμίαν δυσπεψίαν. Κατά τα άλλα η σειρά των Χριστουγέννων τα οποία επεράσαμεν αφήνει εις την μνήμην μας μόνον ομοιόμορφα θαμβά σημεία. Και είναι αξιοθαύμαστοι οι συγγραφείς μας οι οποίοι εδημιούργησαν ολόκληρον φιλολογίαν από αναμνήσεις σχετικά με τα Χριστούγεννα.  Αλλ’ ο έχων το θάρρος και την υπομονήν ν’ αναγνώση αυτάς τας διηγήσεις θα ίδη ότι αναφέρουν πράγματα τα οποία ηδύναντο να συμβούν και καθ’ οιανδήποτε άλλην χρονολογίαν. Ο μόνος των πολλάκις χριστουγεννιάτικος χαρακτήρ είναι ότι οι συγγραφείς των εφρόντισαν να αναφέρουν ότι συνέβησαν κατά την εορτήν των Χριστουγέννων.

 

Αλλά κατά του δένδρου των Χριστουγέννων αντιτάσσεται και η αιτίασις ότι γίνεται αφορμή να κόπτωνται τα έλατα και να καταστρέφωνται τα δάση. Αλλ’ εις τας χώρας όπου έχουν το έθιμον του δένδρου έχουν και την μεγαλυτέραν ευλάβειαν και αγάπην προς τα δένδρα και τα δάση. Εδώ δε όπου κατ’ έτος καίονται τόσαι εκτάσεις δασών, ο φόβος μας μήπως κοπούν ολίγα έλατα δια μίαν ωραίαν εορτήν καταντά κωμικός φαρισαϊσμός. Δύναται μάλιστα να υποστηριχθή ότι το έθιμον του δένδρου ίσως θα συντελέση εις το ν’ αγαπώμεν και να σεβώμεθα περισσότερον τα δένδρα και τα δάση, όπως γίνεται εις τας βορείους χώρας της Ευρώπης. Ίσως δε τούτο θα μας οδηγήση και εις το να διακόψωμεν την μονοτονίαν με την οποίαν γίνεται η αναδάσωσις και αντί διαρκώς και παντού να φυτεύωνται πεύκα, να σκεφθούν οι αναδασωταί ότι χρειάζονται και τα έλατα και ότι υπάρχουν και άλλα είδη δένδρων εκτός των πεύκων.

                                   Διαβάτης