Να ποιος ήταν ο καπετάνιος στο καράβι που κινδύνευε να πνιγεί...

 

 

ΑΝΤΙΔΩΡΟ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΥΧΕΣ ΣΑΣ

 

Δεκέμβρη μήνα ταξίδευε το πλοίο αναμεσίς Κρήτης και Κύπρου, μα δεν μαθεύτηκε από ποιο νησί είχε ξεκινήσει και σε ποιο πήγαινε. Τη δεύτερη μέρα ξέσπασε η οργή τ' ουρανού μαζωμένη, βροχή με το τουλούμι, βουνά τα κύματα, μήτε τα πανιά πρόλαβαν να κατεβάσουν οι ναύτες. Είχε αρχίσει να γέρνει το σκαρί κι οι ταξιδιώτες γύρευαν τόπο να πιαστούν· έχωναν οι μανάδες τα παιδιά στις αγκαλιές τους, άλλοι σήκωναν τα χέρια στον ουρανό, δεν είχαν από πού αλλού να γυρέψουν βοήθεια. Μονάχα ένα γεροντάκι με φθαρμένο κασκέτο στην κεφαλή πετάχτηκε μέσ' από το πλήθος, πήγε τρεκλίζοντας και στάθηκε δίπλα στο τιμόνι.

- Καπετάνιε μου, είπε, καπετάνιος παλιός είμαι κι εγώ κι ήρθα να σου συντράμω. Κράτα γερά το τιμόνι και βάλε πλώρη κόντρα στον άνεμο.

Έπιασαν μαζί το τιμόνι, μια από δω, μια από κει, μια ο ένας, μια ο άλλος· απομεσήμερο πια είχε σιγανέψει ο άνεμος. Πριν συνεχίζουν το ταξίδι τους σκέφτηκαν να δέσουν στο πρώτο λιμάνι, μα δεν μαθεύτηκε αν ήταν στην Κύπρο ή στην Κρήτη, ν' ανάψουν ένα κερί. Ξημερώματα πια έψαξαν τον γέρο να τον πάρουν μαζί τους, τον ξαναέψαξαν, πουθενά· λες και τον είχε η θάλασσα καταπιεί.

Κίνησαν όλοι, επιβάτες και ναύτες, για την πρώτη εκκλησία, είχε λειτουργιά εκείνη τη μέρα· μπαίνουν και βλέπουν τον γεράκο μπροστά τους. Μα τώρα πια δεν φορούσε τα ρούχα τα ψεσινά, μήτε το κασκέτο του ναύτη· τώρα είχε μίτρα στην κεφαλή και πετραχήλι στον μπέτη. Τον κοιτάζουν καλύτερα και τι να δουν; δεν ήταν άνθρωπος! Εικόνα ήταν, εικόνα κρεμασμένη στο τέμπλο.

Αυτά διηγούνταν οι παλιοί. Άλλοι όμως λέγανε πως δεν ήταν εικόνα, μα ένας από τους παπάδες που λειτουργούσαν, ο πιο μεγάλος κι ο πιο γέρος.

Γι' αυτόν τον καλούνε όλοι οι καπεταναίοι του κόσμου κοντά τους. Μα να κατέχεις, δεν είναι καπετάνιος μόνο στη θάλασσα, είναι και των στεριανών παραστάτης.

«Μέγας, αντιλήπτωρ και θερμός, τοις εν κινδύνοις τελούσιν [...] τοις τη γη και τοις πλέουσι...»

Τούτη τη μικρή διήγηση του τόπου μας διάλεξα γι' αντίδωρο σε όλες και όλους εσάς που με θυμηθήκατε στην ονομαστική μου γιορτή. Με μιαν ευχή: Την προκοπή του να έχετε. Και τη συντρομή του. Πάντα χρειαζόταν καλούς καραβοκύρηδες ετούτος ο κόσμος.

Ευχαριστώ πολύ!

ΝΙΚΟΣ ΨΙΛΑΚΗΣ

6 Δεκέμβρη 2020