ΤΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΠΟΥ ΚΑΡΤΕΡΟΥΝ ΣΥΛΛΟΓΙΕΜΑΙ...

 

 

Τις γυναίκες που καρτερούν συλλογιέμαι.

Κάθε που λυσσομανά ο βοριάς ανοίγουν τα παράθυρα κι αγναντεύουν. Μαρμαρωμένες στην προσμονή, ταξιδιώτισσες κι εκείνες, κάνουν προσευχή την ελπίδα κι ο νους αρμενίζει σε πελάγη μακρινά, εκεί που κάποιο καράβι λικνίζεται και κάποιοι θαλασσομάχοι κονταροχτυπιούνται σαν θεριά με το κύμα.

 

Τις γυναίκες των ναυτικών συλλογιέμαι.

Έθιμο παλιό σε τούτα τα μέρη να φυλάσσουν το λάδι του Άη Νικόλα, έτσι όπως φυλάσσουν το κομπόδεμα στα μαντήλια, έτσι όπως φυλάσσουν στον κόρφο τους την απαντοχή. Κι όταν ακούσουν τους καιρούς ν' αγριεύουν κατηφορίζουν στα μουράγια για να μαυλίσουν τις θάλασσες.

Έθιμο παλιό να ρίχνουν το άγιο λαδάκι στο κύμα κι ύστερα να στέκουν μετέωρες κοιτάζοντας πέρα μακριά, ώς εκεί που δεν φτάνει το βλέμμα τους. Γιατρικό της απελπισίας ήταν πάντα το λάδι από το καντήλι του Άη Νικόλα· «εκχυνόμενον εις την θάλασσαν εν σφοδρά τρικυμία, κατευνάζει τον σάλον και ανακουφίζει το κλυδωνιζόμενον πλοίον», λέει κάποιος παλιός μελετητής της ναυτικής μας παράδοσης (Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών, τ. 11, 1936).

 

Τις γυναίκες των ναυτικών συλλογιέμαι.

Άλλο να ρίχνουν το λάδι από την καντήλα του Άη Νικόλα οι ναυτικοί που κινδυνεύουν στις θάλασσες κι άλλο να το ρίχνουν οι γυναίκες που ξαγρυπνούν στα μουράγια. Τότε θαρρώ πως οι προσευχές φτάνουν πιο γρήγορα στ' αυτιά του ψαρογένη γεράκου, του αγίου που τον πότισε η αλμύρα κι η ελληνική ναυτοσύνη τον έχρισε μόνιμο πάτρωνά της.

 

«Πάψε, Θε μου, τον θυμό σου» φώναζε κι η κερά Μαγδαληνή, η γυναίκα που μου διηγήθηκε κάποτε πως κάθε χειμώνα κατέβαινε πάνω από δέκα φορές στο λιμάνι, τις περισσότερες νύχτα, κρατώντας σ' ένα καλαθάκι πλεγμένο με ψαθί το λάδι από το καντήλι του Άη Νικόλα· «Ο δικός μου Νικόλας, ο άντρας μου, είχε δικό του καΐκι, ταξίδευε στα νησιά. Ήξερα πως ο άγιος ακούει πιο καλά τις γυναίκες, πέντε στόματα είχα να θρέψω, παρακαλούσα να μου τον φέρει πίσω γερό κι έριχνα σταυρωτά το λάδι στη θάλασσα. Δεν περνούσε ώρα πολλή κι η θάλασσα μέρωνε».

 

Τις γυναίκες των ναυτικών συλλογιέμαι.

Και την κερά Μαγδαληνή, που σαν τέλειωσε η κουβέντα μας με χαιρέτησε με τούτα τα λόγια:

«Σε γαλήνιες θάλασσες ν' αρμενίζεις».

 

Την ίδια ευχή θέλω να πέψω σήμερα σ' όλους τους φίλους που με θυμήθηκαν σήμερα, 6 του Δεκέμβρη, μέρα γιορτής και του δικού μου πάτρωνα, του Άη Νικόλα:

Σε γαλήνιες θάλασσες ν' αρμενίζετε πάντα.

Σε γαλήνιες κι απέραντες θάλασσες να απλώνονται πάντα τα όνειρά σας.

 

ΝΙΚΟΣ ΨΙΛΑΚΗΣ

 6 Δεκεμβρίου 2018