Η ΕΥΧΗ ΤΗΣ ΥΠΕΡΤΑΤΗΣ ΕΥΤΥΧΙΑΣ

 

Τι καλύτερο θα μπορούσε να ευχηθεί κανείς την κρίσιμη στιγμή που δυο άνθρωποι αποφασίζουν να ενώσουν τις ζωές και τις τύχες τους; Μια λιγόλογη ευχή, διαδεδομένη παλιότερα σε όλη την Κρήτη, εκφράζει στον απόλυτο βαθμό τις πεποιθήσεις της κοινωνίας που τη δημιούργησε για την ευτυχία και τη ζωή.

Ποιος είναι ο ευτυχισμένος ανθρώπινος βίος, λοιπόν;

Μα, φυσικά, ο γλυκοσαλισμένος! 

 

Κείμενο: ΝΙΚΟΣ ΨΙΛΑΚΗΣ

 

Είναι από τις ομορφότερες ευχές που ακούγονταν κάποτε στους κρητικούς γάμους, στα λογοστέματα και στ' αρραβωνιάσματα: Να γλυκοσαλίσετε! Ίσως και ν' ακούγεται ακόμη σε κάποια μακρινά χωριά, εκεί που διασώζονται μαζί με τις λέξεις οι αξίες, οι αντιλήψεις  και τα προτάγματα των παραδοσιακών κοινωνιών. Γιατί τούτη η σύντομη αλλά γεμάτη νοήματα ευχή εκφράζει με τον πιο άμεσο τρόπο τις πεποιθήσεις των παλαιών Κρητικών για την αληθινή ευτυχία και τον τελικό απολογισμό του ανθρώπινου βίου. Συνοδεύει συνήθως μιαν άλλη σπουδαία ευχή με την οποία ασχοληθήκαμε παλιότερα: «Να σογεράσετε» (ΥΠΕΡ τ. 76, σελ. 74-78), αλλά εκφέρεται και με διαφορετικούς τρόπους:

«Χαρούμενοι κι απίκραντοι και γλυκοσαλισμένοι» (πολλές φορές και καλοκαρδισμένοι)

Ή και πιο απλά:

«Να ζήσετε και να γλυκοσαλίσετε».

«Καλή γλυκοσάλιση» (Ι. Κονδυλάκης, Κρητικόν Λεξιλόγιον, επιμ. Θ. Δετοράκης, Ηράκλειο 1990: Βικελαία Βιβλιοθήκη).

«Να σογεράσετε και να γλυκοσαλίσετε».

Σε κρίσιμες στιγμές του βίου, όπως ο γάμος, η απλή και ανθρώπινη ευχή δίνεται πάντα στον πληθυντικό. Γιατί αφορά σε δυο ζωές, σε δυο ανθρώπους που αποφασίζουν να ζήσουν μαζί. Τελικά, δεν έχουν σημασία μόνο τα λόγια της ευχής, σημασία έχει και ο χρόνος κατά τον οποίον εκφέρονται.   

Και κατάρα!

Το ρήμα γλυκοσαλίζω και τα παράγωγά του (γλυκοσάλισμα, γλυκοσάλιση) δεν ακούγονται μόνο στον γάμο και στ' αρραβωνιάσματα. Χρησιμοποιούνται σε πολλές καθημερινές εκφράσεις, κυρίως σε ευχές και κατάρες· όσο όμορφο κι ευχάριστο ακούγεται σαν ευχή το γλυκοσάλισμα, τόσο φοβερό κι αποτρόπαιο ηχεί σαν κατάρα:

«Γλυκοσάλισμα να μην γνωρίσεις».

«Ο Θεός να μου τ' αξώσει να μη γλυκοσαλίσεις γιατί σαι ζηλόφτονος άθρωπος» - Λεξικό Γ. Παγκάλου, τόμος Β: 283).

«Να μη γλυκοσαλίσει ο κερατάς που μου 'φάενε τσι παράδες, στσι γιατρούς να τα δώσει και να μην τονε φτάξουνε» (Α. Τσιριγωτάκης, Θησαυρός της Κρητικής διαλέκτου, Ηράκλειο 2008).

Οι περισσότερες ευχές και οι κατάρες που λέγονται στις παραδοσιακές κοινωνίες μοιάζουν κάπως με τις επωδές. Είναι παγιωμένες και εκφέρονται σε κρίσιμες στιγμές, άλλοτε τυπικά και άλλοτε κάτω από την επήρεια φόρτισης. Πολλές φορές συνοδεύονται από χειρονομίες και ασπασμούς που έχουν ως στόχο να ενδυναμώσουν τον λόγο και, με κάποιο μαγικό τρόπο, να τον καταστήσουν ισχυρότερο. Η μελέτη τους αποκαλύπτει την ψυχοσύνθεση ενός λαού, τις κοινωνικές συνθήκες κάτω από τις οποίες δημιουργήθηκαν, τις ατομικές ή κοινωνικές ανάγκες τις οποίες εκφράζουν.

Άραγε, ποια ευχή θα μπορούσε να είναι καλύτερη από ένα απλό, μα και τόσο εκφραστικό, «να γλυκοσαλίσετε;»

 

Το γλυκό σάλιο...

Αν αναζητήσει κανείς την ετυμολογία του ρ. γλυκοσαλίζω τα πράγματα είναι μάλλον απλά, όπως τονίζεται και στα λεξικά: «από το επίρρ. γλυκά και σαλίζω» (Εμμ. Κριαράς, Λεξικό της Μεσαιωνικής Δημώδους Γραμματείας, τ. Δ, σελ. 318), «από τη φρ. γλυκό σάλιο με κατάλ. - ίζω» (Λεξικό Ξανθινάκη). Και έτσι είναι. Οι ερμηνείες, όμως, διαφέρουν: Μόνιμη ευτυχία, μικροχαρά και μικροαπόλαυση, ανακούφιση και ησυχασμός, αρμονική συμβίωση...

Η παλιότερη προσπάθεια ερμηνείας της λέξης που έχω υπ' όψη μου είναι του Στέφανου Ξανθουδίδη, σπουδαίου αρχαιολόγου και άριστου γνώστη του κρητικού λαϊκού πολιτισμού, δημοσιευμένη το 1909. Εκείνα τα χρόνια είχε εκδοθεί από τον Αγαθ. Ξηρουχάκη ο «Κρητικός Πόλεμος» του Μαρίνου Τζάνε Μπουνιαλή, αλλά ο εκδότης δεν είχε αντιγράψει σωστά τη λέξη και αντί για γλυκοσαλίσου(ν) έγραψε γλυκοφιλήσου(ν):

Ανίμενα τη λύτρωση, τ' άρματα για ν' αφήσου

κι οι χριστιανοί για να χαρού και να γλυκοφιλήσου (459, 22).

Ο Ξανθουδίδης επεσήμανε το λάθος και τόνισε ότι το (σωστό) γλυκοσαλίσου είναι «ιδιαζόντως κρητικόν, σημαίνον το ευτυχείν» (Byzantinische Zeitschrift, τ. 18 / 1909: 597).

Ο Δημητράκος ταυτίζει το γλυκοσαλίζω με το γλυκοσαλιάζω: «γλυκοσαλιάζω. δημ. κ. γλυκοσαλίζω οιονεί έχω γλυκύν σίαλον, εξ ηδονής σωματικής ή ψυχικής, ευφραίνομαι: μια στιγμή δεν γλυκοσαλιάζει από τους γιούς του· 2) μτφ οιονεί εκκρίνω γλυκύν σίελον αντικρύζων το αντικείμενον σφοδράς επιθυμίας ή πόθου ερωτικού όθ. σφόδρα επιθυμώ: βλέπει τις κοπελιές και γλυκοσαλιάζει· 3) μτφ. επί ανδρών ερωτύλως μετά γυναικών, αδολεσχώ: γέρος άνθρωπος και γλυκοσαλιάζει κάθε μέρα με τα κοριτσόπουλα».

Ο Ι. Κονδυλάκης είχε καταγράψει τη λέξη στα χειρόγραφά του ερμηνεύοντάς την μονολεκτικά ως ευτυχία.

Ο Ξανθινάκης στο Λεξικό του Δυτικοκρητικού Ιδιώματος ερμηνεύει τη γλυκοσάλιση ως αρμονική συμβίωση (και γλυκοσαλίζω = συμβιώνω αρμονικά). Ο Πάγκαλος αποδίδει στο ρ. γλυκοσαλίζω τη σημασία του ευτυχώ («τρόπον τινά εκκρίνω γλυκύ σίελον»).

Ο Πιτυκάκης (Λεξικό του Γλωσσικού Ιδιώματος της Ανατολικής Κρήτης) υποστηρίζει ότι δεν εκφράζει την «απόλυτη, τη μόνιμη ευτυχία, όπως την εννοούμε, αλλά περισσότερο την καλοκάρδιση, τις καθημερινές μικροαπολαύσεις, μικροχαρές και μικροϊκανοποιήσεις που εκτοπίζουν τα φαρμάκια και τις πίκρες της ζωής».

Και στα υπόλοιπα λεξικά συναντούμε παρόμοιες ερμηνείες. Ο Μαρίνος Ιδομενέως, που ερμηνεύει τη γλυκοσάλιση ως «ευτυχία, τέρψη, απουσία στεναχώριας ή λύπης», παραθέτει δυο ενδιαφέρουσες δικές του μαντινάδες:

Παντέρμη γλυκοσάλιση και πού τηνέ πουλούνε

να πέψω χίλιους παραγιούς να μου την κουβαλούνε.

 

Μ' ετσά πολλή κακομοιριά που μ' έχει πλακωμένο

ποτές μου γλυκοσάλιση δεν έχω ν' ανιμένω.

 

Το καταστάλαγμα της ευτυχισμένης ζωής

Οι ερμηνείες των λεξικογράφων της Κρήτης δεν φαίνεται να απέχουν από την πραγματικότητα. Όλοι ερμηνεύουν τη γλυκοσάλιση ως ευτυχία, τέρψη, καλοκάρδιση, ή, έστω, και ως μικροχαρά. Ως ευχή γάμου, όμως, φαίνεται να εκφράζει κάτι βαθύτερο: τον τελικό απολογισμό του ανθρώπινου βίου. Όχι την ίδια την ευτυχία αλλά την επίγευσή της, αυτό που μένει στο τέλος. Το καταστάλαγμα, το απόσταγμα του ανθρώπινο βίου:

«Να σογεράσετε και να γλυκοσαλίσετε» (υπενθυμίζω κι εδώ: Να σογεράσετε σημαίνει να γεράσετε μαζί!)

Το γλυκοσάλισμα του Στεργιογιάννη

Είναι ιδιαιτέρως ενδιαφέρον το γεγονός ότι ο γάμος αρχίζει μ' ένα γλυκοσάλισμα. Όπως ακριβώς εύχονται όλοι και να τελειώσει. Παραθέτω ένα μικρό απόσπασμα από το ενδιαφέρον στιχούργημα του Στεργιογιάννη (Γιάννη Καραταράκη) «Ο γάμος στην Κρήτη» (Έπαινος Ξανθουδίδειου Λαογραφικού Διαγωνισμού της Εταιρείας Κρητικών Ιστορικών Μελετών 1957), όπου ως γλυκοσάλισμα αναφέρεται η προσφορά μελιού στους νεονύμφους:

ΤΟ ΓΛΥΚΟΣΑΛΙΣΜA

Και σα δα φτάξει ο παπάς στα λέει το ψαλτήρι:

«ποτήριον Σωτηρίου ληψόμεθα»

παίρν' ο παπάς, ετότεσάς, στα χέργια το ποτήρι.

 Μέλι, καρυδαμύγδαλα, βαρμένα μέσα του 'χαν,

και  τώσε βάνει ο παπάς τρεις κουταλιές στη μπούκα.

Και σα θα δώσει και στσοι δυο και τσοι γλυκοσαλίσει,

εις τσοι κουμπάρους, ύστερα, την κούπα δα χαρίσει.

Τρώνε και αυτοί μια κουταλιά καρύδια με το μέλι·

στέκουν οι νέοι δίπλα ντως κι ο πάσα ένας θέλει.

Πιστεύγουν πως στη μπούκα ντως και το κουτάλ' αν βάλουν

τη στράτ' αυτή, τση παντρειγιάς, ογλήγορα δα πάρουν (σελ. 61).

 

Το γλυκοσάλισμα στον Καζαντζάκη

Α. ΟΔΥΣΣΕΙΑ:

 Kι η γριά κοντοζυγώνει βάγια της, και μαύρα ξεχειλίζουν,

μες σ' αμπελόφυλλα οι παλάμες της δροσολουσμένα σύκα

γυρνάει η βασίλισσα και πρόσχαρη το πιο καλό διαλέγει.

 "Bάγια, καλή ’ναι φέτος η χρονιά, και θα γλυκοσαλίσει

με γλυκοστάφυλο το αχείλι μου κι ο κόρφος μου με αγγόνι!

Eίπε, και φράθη ο κάτασπρος λαιμός το μελωμένο σύκο.

OΔYΣΣEIA K 340-345.

 

Β. ΚΑΠΕΤΑΝ ΜΙΧΑΛΗΣ

Μα κάθε χρόνο και λιγόστευαν τα μαθήματα - τι να την κάνουν την κιθάρα οι Καστρινοί; κι οι γαϊδουροφωνάρες τους δε συμμορφώνουνταν με τις ζακυνθινές καντσονέτες — κι ο καημένος ο Μπερτόδουλος πεινούσε, γύριζε στους καφενέδες, στορούσε με περίσσια χάρη για τη ζωή του, για τα περασμένα μεγαλεία του, για τις αρχοντοπούλες και τις καντάδες και τα μαντολάτα της Ζάκυνθος, έπαιρνε την κιθάρα στα γόνατά του και σιγοτραγουδούσε κανένα παλιό σκοπό, κι ο καφετζής έρχουνταν στο φιλότιμο και τον τράτερνε κανένα καφεδάκι με παξιμάδι, πότε ένα λουκούμι, πότε ένα νεραντζάκι γλυκό, και ξεγελούσε ο κόντες την πείνα του. Κάποτε ζητούσε την άδεια και τύλιγε σ' ένα καθαρό χαρτάκι το λουκούμι και το 'παιρνε μαζί του· τα 'χε ψήσει, μαθές, με τη γριά σπιτονοικοκυρά του, μια χήρα μπαμπόγρια, και ντρέπουνταν να τρώει και να γλυκοσαλίζει μοναχός του· και το 'ξερε πως τ' αγαπούσε η καη­μένη τα λουκούμια, γιατί δεν ήθελαν δόντια.

Πάμε το λοιπόν, αναστέναξε ο Χαρίδημος και βλαστήμηξε τη  μοίρα του που δεν τον άφησε ποτέ να γλυκοσαλίσει, ορίστε τώρα, τη στιγμή που άρχιζε να σπάζει κέφι...

Ν. Καζαντζάκης, Καπετάν Μιχάλης.

 

Όταν χάνεται μια λέξη...

Ένας σπουδαίος φιλόλογος, ο Ι. Θ. Κακριδής, έγραψε κάποτε ότι ο αφανισμός μιας λέξης είναι θλιβερός, σαν τον θάνατο ενός ανθρώπου, και δεν είχε άδικο. Γιατί δεν χάνεται ποτέ μοναχή της μια λέξη. Χάνεται μαζί της και μια ιστορική διαδρομή - όλες οι λέξεις έχουν την ιστορία τους-, ίσως να χάνεται και μια έννοια, κι ένας τρόπος ζωής, χάνεται η σχέση της με κάποια ρίζα· χάνεται, τέλος, κι η δική μας σχέση με τον κόσμο που τη δημιούργησε.

Μια τέτοια λέξη νομίζω πως είναι το γλυκοσάλισμα. Που κάποτε η λογιοσύνη το αντικατέστησε με φράσεις - κλισέ, όπως «Βίον ανθόσπαρτον». Κι αργότερα με το κοινότατο «Σας ευχόμεθα να ζήσετε ευτυχισμένοι». 

 

ΣΗΜΑΝΙΚΗ ΥΠΕΝΘΥΜΙΣΗ ΓΙΑ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ: Για τυχόν αναδημοσιεύσεις είναι ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ η παράθεση ενεργού συνδέσμου: http://karmanor.gr/el/article/i-eyhi-tis-ypertatis-eytyhias