ΑΣ ΜΗ ΜΑΣ ΛΕΙΨΕΙ Η ΠΟΙΗΣΗ!

 

 

Ξεφυλλίζοντας σελίδες του αρχείου μου έπεσα στην αναγγελία μιας ξεχωριστής ραδιοφωνικής εκπομπής με... σύντεκνο έναν από τους μεγαλύτερους Νεοέλληνες ποιητές του 20ού αιώνα, τον Νικηφόρο Βρεττάκο.

Από καιρό ονειρευόμουν μια βραδινή εκπομπή που θα προσπαθούσε «να ντύσει με χαμόγελα τα απόβραδα». Με χαμόγελα, πολιτισμό, απαλή μουσική και, φυσικά, ποίηση. Η ευκαιρία δόθηκε τότε, τον Γενάρη του 1991. Το κουβέντιασα με τον φίλο Βασίλη Σκουταρά, ιδιοκτήτη του Ράδιο Κρήτη - δική του ήταν η πρόταση για απογευματινή εκπομπή-, και... βουρ! Είχα ήδη συμπληρώσει ενάμιση έτος καθημερινής πρωινής παρουσίας στα ερτζιανά, χώρος στον οποίο θήτευσα για 26 ολόκληρα χρόνια (συν έξι προηγούμενα σε τακτικές πολιτιστικές εκπομπές).

Με τον Νικηφόρο Βρεττάκο μιλούσαμε τότε συχνά στο τηλέφωνο. Ο λόγος του ήταν πάντα κατευναστικός, όσο κατευναστική παραμένει εσαεί και η ποίησή του. Σε μια συνομιλία μας λίγο πριν την Πρωτοχρονιά του 1991 του ζήτησα την άδεια να χρησιμοποιήσω δικούς του στίχους για τον τίτλο της εκπομπής: «Ένας μίσχος στον Έσπερο». Ξαφνιάστηκε, δεν συνηθιζόταν να ξεκινούν τα ραδιόφωνα με ποίηση. Ούτε να γίνονται οι στίχοι τίτλοι εκπομπών. Το χάρηκε όμως. Πολύ! Και δεν θέλω να μεταφέρω εδώ τον διάλογο που ακολούθησε.

Τέλος πάντων, η εκπομπή ξεκίνησε μ’ εκείνον. Με μια συζήτηση που κράτησε αρκετή ώρα. Μιλήσαμε για πολλά, για ζητήματα πολιτισμού κυρίως, με σοβαρές κοινωνικές επισημάνσεις και τα λόγια του προκάλεσαν έκπληξη μια και δεν έδινε συχνά συνεντεύξεις - οι ποιητές μιλούν πάντα με τους στίχους τους.

Μιλήσαμε κι άλλες φορές. Σύντεκνο τον έλεγα κι εκείνος γελούσε.

«Πώς πάει... το βαφτιστήρι;» με ρώτησε ύστερα από λίγες βδομάδες.

«Με τέτοιο ανάδοχο» του απάντησα «δεν θα μπορούσε παρά να ακολουθεί τη συνταγή της Φιλοσοφίας των Λουλουδιών» (ένα από τα τελευταία έργα του), κι ακόμη θυμάμαι το ηχηρό καλοσυνάτο γέλιο του.

Συμφωνήσαμε να αφιερώσουμε ένα ολόκληρο πρωινό στην ποίηση το επόμενο φθινόπωρο. Και δεύτερο, και τρίτο αν χρειαζόταν. Ο δισταγμός του είχε να κάνει μονάχα με το κατά πόσον ενδιαφέρει η ποίηση τον άνθρωπο της εποχής εκείνης. Δυστυχώς δεν τα καταφέραμε. Ο Νικηφόρος Βρεττάκος αναχώρησε για άλλους γαλαξίες το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου. Του αφιέρωσα μια ολόκληρη πρωινή εκπομπή. Με στίχους, με εικόνες ζωής, με αναμνήσεις, μ’ εκείνον τον νηφάλιο αλλά και δυναμικό και στέρεο λόγο του.

Πάντως, η ποίηση δεν μας έλειψε και όλα τα επόμενα χρόνια. Υπολογίζω ότι από την πρωινή εκπομπή - ομολογουμένως υψηλότατης ακροαματικότητας - ακούστηκαν περισσότερα από 5.000 ποιήματα κυρίως Ελλήνων αλλά και ξένων ποιητών. Ήταν το κόρπους της προσωπικής μου ανθολόγησης. Και ευχαριστώ εκείνους που συνομίλησαν μαζί μου με στίχους, που σταμάτησαν για λίγο τις δουλειές τους για να ακούσουν Κορνάρο, Ελύτη, Ρίτσο, Σεφέρη, Βρεττάκο, Δημουλά, Βαλαωρίτη, ακόμη και διαμάντια της Παλατινής Ανθολογίας, εκείνον τον όμορφο επιγραμματικό λόγο που σημάδεψε τον πολιτισμό μας.

Με στίχους ξεκινούσε για 26 ολόκληρα χρόνια η κάθε καινούργια μέρα, με ποίηση. Κι αν έχω κάτι να πω είναι ότι κάνουν λάθος εκείνοι που υποτιμούν τους ανθρώπους, ότι τάχα οι «μάζες» αρέσκονται στη φτήνια και στα χαμηλής ποιότητας θεάματα - ακροάματα. Νοικοκυρές, εργάτες, βιοτέχνες, επαγγελματίες, άνθρωποι χωρίς πανεπιστημιακή μόρφωση, ήταν οι καλύτεροι αποδέκτες των στίχων, συχνά μάλιστα ζητούσαν να τους επαναλάβω για να τους γράψουν. Και - το λέω με απόλυτη ειλικρίνεια - δεν ήταν καθόλου λίγοι.  

Πολλά είπαμε, όμως. Αφορμή ένα μικρό απόκομμα εφημερίδας (της "Μεσογείου") που βρήκα στο αρχείο μου κι ένιωσα ξανά την ίδια συγκίνηση. Το αναρτώ κι εδώ. Έτσι για να νη λείψει από τη ζωή μας η ποίηση!

 

ΝΙΚΟΣ ΨΙΛΑΚΗΣ, ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2023