ΑΠΟ ΤΑ ΚΑΛΛΙΣΤΕΙΑ ΣΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ...

 

ΑΠΟ ΤΑ ΚΑΛΛΙΣΤΕΙΑ ΣΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ...

Η κρίση του Πάρη, το «ιερόν παλάτιον» του Θεοφίλου και οι παρανοήσεις που κρατούν αιώνες.

Πήρε μέρος στα καλλιστεία, βρέθηκε μισό βήμα πριν το παλάτι... Μια σπουδαία γυναίκα που μπορεί να μην έγινε Αυτοκράτειρα, έμεινε όμως στην ιστορία για το ποιητικό της έργο. 

 

Του ΝΙΚΟΥ ΨΙΛΑΚΗ

Αλλού τη λατρεύουν ως Αγία, αλλού την περιφρονούν ως πόρνη! Ποιητές, μυθιστοριογράφοι, θεατρικοί συγγραφείς ασχολήθηκαν τόσο με την προσωπικότητά της, όσο και με τη μυθιστορηματική περιπέτεια της, όπως τη διηγούνται οι βυζαντινοί χρονογράφοι. H Κασσιανή, που το γνωστό ιδιόμελό της κάνει πιο ποιητικά τα λόγια που ακούγονται κάθε Μεγάλη Τρίτη στους ορθόδοξους ναούς, ήταν απλώς μια σημαντική βυζαντινή υμνογράφος!

Κανένα άλλο πρόσωπο της υπερχιλιετούς βυζαντινής ιστορίας δεν πρέπει να έχει αντιμετωπιστεί με τόσο αντιφατικό τρόπο: Πόρνη και Αγία, υμνωδός και άσωτη, ασκήτρια σε βυζαντινό μοναστήρι και κοινή γυναίκα που βρέχει με τα δάκρυά της τα πόδια του Θεανθρώπου. 

Καθώς ο όρθρος της Μεγάλης Τετάρτης (ακούγεται το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης) αναφέρεται στην πόρνη που άλειψε με καυτά δάκρυα τα πόδια του Θεανθρώπου, ο θρύλος κατάφερε να ταυτίσει την πόρνη με την ποιήτρια και να κάνει πιο έντονη τη σύγχυση.

"Πόρνη προσήλθε σοι μοίρα συν δάκρυσι κατακενούσα σου ποσί, φιλάνθρωπε, και δυσωδίας των κακών λυτρούται τη κελεύσει σου..." (Σε πλησίασε μια πόρνη, φιλάνθρωπε, και άδειασε τα δάκρυά της στα πόδια σου, μαζί με τα μύρα. Κι αμέσως το πρόσταγμά σου από τη δυσωδία των αμαρτιών την απάλλαξε...), λέει ένα από τα «Καθίσματα» του Όρθρου της Μεγάλης Τετάρτης.

Λόγια που επαναφέρουν το γνωστό πρότυπο της μετανοούσας αμαρτωλής, λόγια ποιητικά που πλημμυρίζουν τους ορθόδοξους ναούς με εντυπωσιακές εικόνες σαν και τούτη: "H πόρνη εν κλαυθμώ ανεβόα, οικτίρμων, εκμάσσουσα θερμώς τους αχράντους σου πόδας θριξί της κεφαλής αυτής και εκ βάθους στενάζουσα. Μη απώση με, μηδέ βδελύξη, Θεέ μου, αλλά δέξαι με μετανοούσαν και σώσον ως ο μόνος φιλάνθρωπος" Mια πόρνη που κλαίει γοερά, σκύβει και σκουπίζει τα πόδια του Xριστού με τα μαλλιά της κεφαλής της. Αναστενάζει βαθιά και λέει: Θεέ μου, μην αηδιάσεις με μένα και μη με διώξεις μακριά σου, αλλά να με δεχτείς ως μετανοούσα...

Κι αν όλα αυτά συγκινούν καθώς υπενθυμίζουν το μεγαλείο της μετάνοιας και της χριστιανικής συγχώρησης, το ιδιόμελο της Κασσιανής εκφράζει τον παλμό της ορθοδοξίας με στίχους σπάνιας ποιητικής έμπνευσης. Η Κασσιανή, αυτή η λόγια Μοναχή…

Η περιπετειώδης “ιστορία” που φαίνεται να σφραγίζει τη πορεία της σημαντικής υμνογράφου, ξεκινά από τα ιδιότυπα καλλιστεία του βυζαντινού θρόνου. Το πρότυπο είναι γνωστό από τον αρχαίο κόσμο: Τρεις θεές, ένας Πάρις, ένα μήλο χρυσό, μια κρίση! Ο Πάρις, βασιλόπουλο από την Τροία, κάπου κοντά στο πολύπαθο Βυζάντιο (την κατοπινή Κωνσταντινούπολη των Ελλήνων), έπρεπε να δώσει το χρυσό μήλο στην πιο όμορφη αρχαία θεά. Και το έδωσε!

Υπάρχει, φαίνεται, ένα νήμα που οδηγεί από τα αρχαία καλλιστεία των Θεών στα καλλιστεία των παραμυθιών και των θρύλων. Και μέσα απ’ αυτά αναδύεται ως σημείο αναφοράς ένας Πάρις κι ένα μήλο χρυσό. Μόνο που τον Πάρη μπορεί να τον λένε και Θεόφιλο. Την Έριδα, τη θεά που πρόσφερε το μήλο με τη ρητή παραγγελιά να δοθεί στην ομορφότερη, μπορεί  και να τη λένε Ευφροσύνη. Και την Αφροδίτη, νικήτρια στον αρχαιότερο διαγωνισμό ομορφιάς μπορεί και να τη λένε Θεοδώρα!

Έτσι γιατί αυτό το απίστευτο ανακάτεμα φαντάζει όμορφο, μαρτυρεί πως υπάρχουν συνήθειες διαχρονικές, αλλά και το ίδιο το ανθρώπινο κάλλος αποτελεί αξία επίσης διαχρονική. 

Βυζαντινοί χρονογράφοι και συναξαριστές (Γεώργιος ο Αμαρτωλός, Συμεών Μάγιστρος κ.α.) διηγούνται έναν ιδιότυπο διαγωνισμό ομορφιάς που έγινε στο “Παλάτιον το Ιερόν” της Κωνσταντινούπολης… Ήταν μια περιπέτεια με απρόβλεπτες εξάρσεις. Ήταν, κοντά σ’ όλα τα άλλα και μια ιστορία που αγαπήθηκε από το λαό, αλλά και μια ιστορία που γοήτευσε και ενέπνευσε μεταγενέστερους ποιητές και λογογράφους.

 

Η «κρίση» του Αυτοκράτορα

Ήταν να νυμφευτεί ο Αυτοκράτορας Θεόφιλος, κατά το 828 ή το 829, δεν έχει και τόση σημασία ο χρόνος. Η μητριά του, Ευφροσύνη την έλεγαν, αποφάσισε να ακολουθήσει το δρόμο που ακολούθησαν κι εκείνοι που αιώνες πριν είχαν πλάσει τον όμορφο μύθο για την κρίση του Πάρη. Αλλά και το δρόμο που ακολουθούν τα παραμύθια, όταν σημαντικά πρόσωπα καλούν νέους ή νέες σε ιδιότυπους διαγωνισμούς ομορφιάς.

Η Ευφροσύνη κάλεσε στο παλάτι τις πιο όμορφες, τις πιο ευγενικές, τις πιο μορφωμένες κοπέλες από όλη τη χώρα. Από τη Θράκη, από την Κιλικία, από την Πόλη και την Παφλαγονία, από παντού. Κάπως έτσι αρχίζει η ιστορία.

Τη συνέχεια θα τη βρούμε μέσα στο ίδιο το Ανάκτορο: Ο Θεόφιλος στέκεται αναποφάσιστος ανάμεσα στις πιο ωραίες Βυζαντινές, κρατώντας ένα χρυσό μήλο στο χέρι. Τι κι αν τον έλεγαν Θεόφιλο και δεν τον έλεγαν Πάρη; Έπρεπε να διαλέξει την καλύτερη, την ομορφότερη, τη μελλοντική πανίσχυρη Αυτοκράτειρα. Α απόφαση ήταν δύσκολη. Λένε πως δίστασε στην αρχή, αλλά σαν κοίταξε καλά δεν δυσκολεύτηκε να ξεχωρίσει μια νεαρή κοπέλα από πλούσια οικογένεια της Kωνσταντινούπολης, την Κασσιανή. Προχώρησε κρατώντας το χρυσό μήλο στο χέρι. Μόλις λίγα δευτερόλεπτα χώριζαν την ωραία Kόρη από το Θρόνο!

Και κει που όλοι (και κυρίως όλες) έβλεπαν τον Θεόφιλο να απλώνει το χέρι προς την Κασσιανή, τον βλέπουν να σταματά. Ίσως σκέφτηκε να της πει πρώτα δυο λόγια. Και της τα είπε.

-"Ως άρα δια γυναικός ερρύη τα φαύλα..."

Εκείνη δεν δείλιασε. Πανέξυπνη και ετοιμόλογη όπως ήταν, έδωσε στον Θεόφιλο μιαν απάντηση που ίσως σήμερα να τη θεωρούσαν ως καταστάλαγμα φεμινιστικής αντίληψης, αλλά τότε η ερμηνεία που της δόθηκε ήταν απλώς θεολογική:

"Αλλά και δια γυναικός πηγάζει τα κρείττονα..."

Κι εκείνα τα “κρείττονα” δεν ήταν άλλα από την μέσω της Θεοτόκου έλευση του Σωτήρα.

Αυτό ήταν! Κανείς δεν μας λέει τι σκέφτηκε εκείνη την ώρα ο Θεόφιλος. Μας λένε όμως πως γύρισε την πλάτη στην Κασσιανή και στράφηκε προς τα κει που στεκόταν μια άλλη Βυζαντινή Αρχόντισσα, η αμίλητη ως τότε Kόρη από την Παφλαγονία, η Θεοδώρα. Σε κείνην έδωσε το χρυσό μήλο. Και η Θεοδώρα έγινε αυτοκράτειρα.

Η ωραία παράδοση δεν σταματά εδώ. Λένε πως η παρ' ολίγον βασίλισσα εγκατέλειψε τα εγκόσμια. Δεν αναζήτησε καταφυγή στη κοσμική ζωή της Βασιλεύουσας, αλλά αφοσιώθηκε στον Χριστό, διαλέγοντας τον ίδιο τον Θεάνθρωπο ως «Νυμφίον»…

Στο μοναστήρι η Κασσιανή άρχισε να συνθέτει ύμνους. Αλλά, ακόμη κι εδώ δεν την άφησε ήσυχη η σπουδαία παράδοση που έρχεται από τα βάθη του χρόνου να πλέξει καινούργιες περιπέτειες και να κάνει ακόμη πιο γοητευτική την ιστορία της.

Πέρασαν, λεει η ίδια παράδοση, κάποια χρόνια. Ο Θεόφιλος ζούσε με τη Θεοδώρα αλλά ποτέ δεν ξέχασε την ωραία κόρη που για κάποιον άγνωστο σε μας λόγο της είχε στερήσει τη χαρά της νίκης, τραβώντας το χρυσό μήλο από τα χέρια της. Έψαξε, ρώτησε, έμαθε πως εκείνη βρισκόταν κλεισμένη στο μοναστήρι. Πήγε να τη συναντήσει. Αλλά, η αφοσιωμένη πλέον στον Μεγάλο Νυμφίο κόρη, δεν εμφανίστηκε μπροστά του. Χάθηκε μέσα στα κελιά…

Ο Θεόφιλος, συνεχίζει η ίδια παράδοση, βρήκε το κελί της, άνοιξε την πόρτα (Αυτοκράτορας ήταν, να μη μπορούσε;) και μπήκε μέσα. Ερημιά. Πάνω στο τραπέζι υπήρχε χαρτί και μελάνι. Εκείνες τις μέρες η Κασσιανή έγραφε ένα ωραίο ποίημα για κείνη την πόρνη γυναίκα που άλειψε με μύρα και δάκρυα τα πόδια του Ιησού. Είχε βρει την αρχή του: “Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή…” Δεν το είχε τελειώσει…

Η τελευταία φράση μιλούσε για την Εύα

«…ως εν τω παραδείσω Εύα το δειλινόν…»

Αργότερα, σαν θα έφευγε ο Αυτοκράτορας και κείνη θα έμενε συντροφιά με τον Νυμφίο – Χριστό, θα τέλειωνε το γνωστό μας σήμερα ιδιόμελο.

Ο αυτοκράτορας διάβασε τους ωραίους στίχους. Ίσως και να θαύμασε τη νεαρή υμνογράφο. Η παράδοση λέει πολλά και αφήνει ακόμη περισσότερα να εννοηθούν. Ίσως και να μετάνιωσε ο Αυτοκράτορας που δεν την είχε δίπλα του. Κάθισε, λοιπόν, και συμπλήρωσε μια φράση, ένα στίχο…

«…κρότω τοις ωσίν ηχηθείσα τω φόβω εκρύβη…»

Να ήταν πείραγμα; Ή μήπως δεν ήταν η Εύα εκείνη που κρύφτηκε από το φόβο της μετά το προπατορικό αμάρτημα; Λέγεται πως ο Θεόφιλος έγραψε έξυπνα αυτόν το στίχο για να σχολιάσει με τον τρόπο του την απουσία της Κασσιανής. Και εκείνη είχε κρυφτεί σαν άλλη Εύα! Αν, λοιπόν, χρειάζεται φαντασία για να γραφτεί ένας τέτοιος ύμνος, σίγουρα χρειάζεται περισσότερη για να δημιουργηθεί μια τόσο ευφυής παράδοση…

Λένε πως η Κασσιανή δεν έσβησε αυτόν τον στίχο. Τον κράτησε. Συμπλήρωσε, όμως, τη δική της ικεσία προς τον ύψιστο:

«Αμαρτιών μου τα πλήθη και κριμάτων σου αβύσσου τις εξιχνιάσει; Ψυχοσώστα σωτήρ μου, μη με την δούλην παρίδης, ο αμέτρητον έχων το μέγα έλεος…» Είναι το ιδιόμελο εκείνο που, μαζί με τον στίχο του Θεόφιλου ακούγεται κάθε χρόνο τη Μεγάλη Τρίτη στους ορθόδοξους ναούς….

Η Κασσιανή κράτησε τον στίχο του παρά λίγο συζύγου της. Έτσι όπως κρατάμε στην ψυχή τις ψηφίδες της ζωής μας...

 

Η (ΩΡΑΙΑ) ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ

Κύριε, γυναίκα αμαρτωλή, πολλά

Θολά, βαριά τα κρίματά μου…

Το γνωστό ιδιόμελο της Κασσιανής θεωρείται ως ένα δείγμα υψηλής τέχνης, ένας πηγαίος όσο και καλοδουλεμένος στίχος, γεμάτος πνοή και ποιητική ρώμη… Πέρασαν αιώνες πολλοί. Κι ένας σπουδαίος ποιητής αποφάσισε να “μεταφράσει” το γνωστό τροπάρι: Ο Κωστής Παλαμάς. Δεν ήταν ο πρώτος που το επιχειρούσε. Ήταν, όμως, ο καλύτερος! 

                   Κύριε, γυναίκα αμαρτωλή, πολλά,

                   πολλά, θολά, βαριά τα κρίματά μου.

                   Μα, ω Κύριε, πως η θεότη σου μιλά

                   μες στην καρδιά μου.

                   Κύριε, προτού σε κρύψ’ η εντάφια γη

                   από τη δροσαυγή λουλούδια πήρα

                   κι απ’ της λατρείας την τρίσβαθη πηγή

                   Σου φέρνω μύρα.

                   Οίστρος με σέρνει ακολασίας. Νυχτιά,

                   σκοτάδι αφέγγαρο, άναστρο με ζώνει,

                   το σκοτάδι της αμαρτίας. Φωτιά

                   με καίει, με λιώνει.

                   Εσύ, που από τα πέλαα τα νερά

                   τα υψώνεις νέφη, πάρε τα Έρωτα μου,

                   κυλάνε, είναι ποτάμια φλογερά

                   τα δάκρυά μου.

                   Γύρε σε με. Η ψυχή μου πώς πονεί.

                   Δέξου με Εσύ που δέχτηκες και γείραν

                   άφραστα ως εδώ κάτου οι ουρανοί

                   και σάρκα πήραν.

                   Στ’ άχραντά σου πόδια Βασιλιά

                   μου Εσύ, θα πέσω και θα στα φιλήσω

                   και με της κεφαλής μου τα μαλλιά

                   θα στα σφουγγίσω.

                   τ’ άκουσε η Εύα μες στο αποσπερνό

                   της Παράδεισος φως ν’ αντιχτυπάνε

                   κι αλαφιασμένη κρύφτηκε… Πονώ,

                   σώσε, έλεος κάνε.

                   Ψυχοσώστ’, οι καμπάνες μου λαός

                   τ’ αξεδιάλυτα ποιος θα ξεδιαλύσει;

                   Αμέτρητο σου το έλεος, ο Θεός,

                   Άβυσσο η κρίση… 

Τι λέει το ιδιόμελο της Κασσιανής

 

«Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίες περιπεσούσα γυνή…»

από τότε που ως Θεό σε συνάντησε

αναλαμβάνει της μυροφόρου το έργο και,

μέσα σε κλάμα και οδυρμό,

πριν να σε θάψουνε στη γη

σου φέρνει μύρα.

Αλίμονο σε μένα,

που νύχτα ζοφερή κι ασέληνη με ζώνει,

μέσα στον οίστρο της ακολασίας

και στης αμαρτίας τον έρωτα.

Δέξου, Κύριε, τις πηγές των δακρύων μου,

Συ, Κύριε, που ανεβάζεις

το νερό της θαλάσσης στον ουρανό

και νέφος το κάνεις.

Σκύψε προς τους στεναγμούς

της μετανιωμένης καρδιάς μου

Εσύ που άνοιξες τους ουρανούς

για να περάσεις.

Άφησέ με να καταφιλήσω τα άχραντα πόδια σου

κι ύστερα να τα σφουγγίσω

με τους βοστρύχους της κόμης μου,

εκείνα τα πόδια, Κύριε, που,

σαν άκουσε τον ήχο από το βάδισμά τους η Εύα,

εκείνο το δειλινό στον παράδεισο,

κρύφτηκε από φόβο.

Ποιος θα μετρήσει των αμαρτιών μου τα πλήθη

και την Άβυσο της κρίσης σου,

Σωτήρα ψυχοσώστη;

Εσύ που απλόχερα σκορπάς το έλεος,

Κύριε, μη λησμονήσεις εμένα τη δούλη σου.

 

ΣΗΜΑΝΙΚΗ ΥΠΕΝΘΥΜΙΣΗ ΓΙΑ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ: Για τυχόν αναδημοσιεύσεις είναι ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ η παράθεση ενεργού συνδέσμου.