ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΕΡΗΜΗΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΤΟΜΟΣ Α

ΝΙΚΟΣ ΨΙΛΑΚΗΣ

Μοναστήρια και Ερημητήρια της Κρήτης

Βραβείο Ακαδημίας Αθηνών

Τόμος Α΄ σελίδες 504, τόμος Β΄ σελίδες 640. Σκληρό εξώφυλλο.
ISBN: σειράς: 960-7448-37-5
ISBN Α΄ τόμου: 960-7448-38-3
ISBN Β΄ τόμου: 960-7448-39-1

Μια μελέτη με εκατοντάδες έγχρωμες φωτογραφίες, μια περιήγηση στο χώρο και το χρόνο: η συναρπαστική ιστορία των κρητικών μοναστηριών.


ΕΓΡΑΨΑΝ ΓΙ’ ΑΥΤΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ

(Περισσότερα στην παρουσίαση του Β' τόμου)


«Αρχείον ζωής» της Εκκλησίας
«... Η έκδοσις αποτελεί "αρχείον ζωής" της Εκκλησίας της Κρήτης και δωρεά της για όλη την Ορθοδοξία...»
 +ΠΑΡΘΕΝΙΟΣ Γ΄, Πατριάρχης Αλεξανδρείας

Αύρα αναψυχής απ’ τα αγιοφάραγγα της αγιοτόκου Κρήτης
«Σαν δροσιά απ’ τα χιονισμένα βουνά του Ψηλορείτη και σαν αύρα αναψυχής απ’ τα αγιοφάραγγα της αγιοτόκου Κρήτης ήλθε το άξιο πόνημά Σου μέσα σε χρόνους δύσκολους κι ημέρες οργισμένες, να μου χαρίσει στιγμές χαράς και ταξίδια αγιασμένα μέσα στο πέλαγος της νοσταλγίας και της ευγνωμοσύνης προς την Παναγία μας της Αγκαράθου, μια που σαν σήμερα πριν από είκοσι χρόνια, σαν δόκιμος μοναχός, προσκυνούσα το άγιο της εικόνισμα.
Δέξου, αγαπητέ Νικόλαε, τα θερμά μου συγχαρητήρια και την μεγάλη μου ευγνωμοσύνη για την αποστολή του τόμου «Μοναστήρια και Ερημητήρια της Κρήτης».
Μελετώ και ψηλαφώ με της ψυχής τα άγρυπνα μάτια τους βράχους, τα ερημητήρια και τα αγιασμένα μοναστήρια και παίρνω σαν παρακαταθήκη ιερά και σαν μυρωμένη ευλογία την ευχή τους. Και τέλος ένας ταπεινός Επίσκοπος και γέννημα της Κρήτης ταπεινά θα παρακαλώ από την μακρινή χιονισμένη χώρα του Βορρά ή απ’ την όμορφη χώρα του Αλεξάνδρου να σου χαρίζει ο Πανάγαθος θεός χρόνια ειρηνικά, πολύκαρπα και ευλογημένα».
Ο Κυρήνης ΘΕΟΔΩΡΟΣ (νυν Πατριάρχης Αλεξανδρείας)


Λαμπρή προσφορά
«Μετά χαράς πληροφορούμεθα την επικειμένην δευτέραν έκδοσιν τον πολυτίμου έργου σας περί των Μοναστηριών και Ερημητηρίων της Κρήτης, εν συνεχεία της λαμπράς προσφοράς σας εις τον τομέα των Κρητολογικών Μελετών.
Παρακαλώ δεχθήτε τα συγχαρητήρια και τας ευχάς μου προσωπικώς, αλλά και γενικώτερον του θεοσεβούς λαού μας, διά την συνεχιζομένην συγγραφικήν δραστηριότητά σας».
      Μετά τιμής και αγάπης
Ο Αρχιεπίσκοπος Κρήτης +ΤΙΜΟΘΕΟΣ


Πνευματικόν εντρύφημα, απαράμιλλον και ανεπανάληπτον
«Ο Ν. Ψιλάκης πάντας τους ερευνητάς και ιστορικούς υπερέβαλεν, επειδή εις την μοναστηριολογίαν της Κρήτης έδωκε τεραστίαν διάστασιν, ασχοληθείς ου μόνον περί τα γνωστά μοναστήρια, αλλά και τα άγνωστα και τα παλαιά, τα τεθαμμένα υπό την αχλύν της λήθης και πέραν έτι τούτου και περί τα ερημητήρια της Κρήτης -και τούτο αποτελεί αληθή πρωτοτυπίαν- ένθα άγνωστοι εις τους πολλούς, αλλ’ εξέχοντες πνευματικοί άνδρες ησκήτευσαν, "μόνοι μόνω θεώ προσομιλούντες". Του Α' τόμου τούτου συνέχειαν εντόνως προσδοκωμένην αποτελεί ο παρουσιαζόμενος Β' τόμος, ο οποίος διαθέτει τα αυτά ως ο Α' προτερήματα, αναφερόμενος όμως κυρίως εις τα μοναστήρια και ερημητήρια της Δυτ. Κρήτης, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται και τα του νομού Ρεθύμνης.
Δεν ημπορεί κανείς να μη θαυμάση την δομήν της ύλης, εν πολλοίς άχρι τούδε αγνώστου και νυν εμπεπλουτισμένης δια των φιλοτίμων ερευνών του συγγραφέως, και το πλήθος των εγχρώμων φωτογραφιών, αι οποίαι καθιστούν εναργή τα γραφόμενα. Ο χρωματισμός των εικόνων της εκδόσεως προσδίδει εις τα κείμενα δυναμισμόν και αναδεικνύει αυτά περισσότερον καταληπτά.
Γλαφυρότης, σαφήνεια, επιστημοσύνη και φωτογραφία εν αγαστή αρμονία συνθέτουν την ενδιαφέρουσαν επιστημονικώς και εκκλησιαστικο-ιστορικώς έκδοσιν τούτων με την λίαν καλαίσθητον όντως εμφάνισιν. Ενταύθα διαφαίνεται η επιμέλεια του εκδότου, ο οποίος εκτός των γνώσεων, διαθέτει και την καλαισθησίαν εις μέγαν βαθμόν. Ο συγκερασμός υπήρξεν ο ενδεδειγμένος και όντως εμφανίζεται ο Β' τόμος του έργου με πληρότητα και αρτιότητα και με πλείστα όσα ιστορικά στοιχεία, δεόντως κατακεχωρισμένα, έτι δε και τας δεούσας προσωπικάς εικασίας του ερευνητού και τας απαραιτήτους εγχρώμους φωτογραφίας, αι οποίαι αναδεικνύουν την έκδοσιν εις χάρμα οφθαλμών και πνευματικόν εντρύφημα, απαράμιλλον και ανεπανάληπτον. Ανεπιφυλάκτως λέγω, ότι τούτο θα πρέπη ν’ αποτελέση κόσμημα τιμαλφές των βιβλιοθηκών των ερευνητών και των πάσης φύσεως φιλιστόρων και πνευματικών ανθρώπων.
Αξίζει των ευγνωμόνων ευχαριστιών ημών, των τε μελετητών και των φιλομονάχων, ο σοφός ιστοριοδίφης και εκδότης του 2τόμου έργου, πολυτίμου όντως πνευματικού θησαυρού, όπως δε και τα εκ βαθέων συγχαρητήρια δι’ όσα επιτυχώς απέδωκεν, ερευνών και συγγραφών, προβληματιζόμενος και θαρσαλέως χωρών προς τον υπ’ αυτού ευστόχως τεθέντα δυσπλησίαστον σκοπόν. Προσωπικώς τον εκτιμώ, διό και τον τιμώ δια του επί τη επισκέψει του Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου του Α' κοπέντος μεταλλίου μετά διπλώματος».
+ ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΤΖΕΔΑΚΗΣ, Μητροπολίτης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου
περιοδικό «ΝΕΑ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΚΡΗΤΗ»



Άθλος!
«…Σε συγχαίρω για την θαυμάσια εργασία σου! Όντως άθλος! Μνημονεύθηκε όλη η ιστορία του τόπου μας. Σου ανήκει η ευαρέσκεια της Εκκλησίας».     
Ο Μητροπολίτης Πέτρας ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ


Γέφυρα επαφής με τας προφυλακάς της πίστεως
«... Είναι γνωστόν τοις πάσι, ότι το ανωτέρω έργον σας είναι καρπός της αγάπης και του ενδιαφέροντός σας το οποίον πάντοτε εκδηλώνεται με την προβολήν και ανάδειξιν των παλαιοτάτων και ιστορικών Ιερών Μονών και Ερημητηρίων της Ευάνδρου και Μεγαλονήσου Κρήτης.
Έχετε περπατήσει σπιθαμήν προς σπιθαμήν άπαντας τους ιερούς χώρους, τους οποίους παρουσιάζετε εις το ωραίον και αξιοθαύμαστον έργον σας και μέσω της εμπεριστατωμένης συνθέσεως της ύλης, των εικόνων, αλλά κυρίως της παρουσιάσεως νέων ιστορικών πηγών και στοιχείων, δυνάμεθα ημείς σήμερον να γευώμεθα τους χυμώδεις μοναστικούς καρπούς της αξιοζηλεύτου και πρωτοτύπου τούτης εργασίας σας. Εις καιρούς κατά τους οποίους ο κόσμος αναζητεί πνευματικά στηρίγματα δια της επιστροφής εις τας πηγάς των υδάτων της παραδόσεως και ιδιαιτέρως των Ιερών Μονών, η εργασία σας αυτή γίνεται μία γέφυρα επαφής με τας προφυλακάς της πίστεώς μας, αι οποίαι καλούνται εις το μέλλον να διαδραματίσουν σπουδαίον ρόλον, δια την πνευματικήν φυσιογνωμίαν της πολλαπλής διψώσης και πεινώσης ευρωπαϊκής σκέψεως και αναζητήσεως.
Περαίνοντας παρακαλώ δεχθήτε τα θερμά μου συγχαρητήρια δια την Β' έκδοσιν του έργου σας «Μοναστήρια και Ερημητήρια της Κρήτης». Εύχομαι ο Πανάγαθος Θεός να ευλογή την ζωήν και το έργον σας».
      Μετά τιμής και ευχών
    αρχιμανδρίτης του οικουμενικού θρόνου ΜΑΚΑΡΙΟΣ ΔΟΥΛΟΥΦΑΚΗΣ
   πρωτοσύγκελος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης (νυν Μητροπολίτης Γορτύνης και Αρκαδίας)



Ένας σπάνιος πλέον Έλλην
Πριν κλείσει κι αυτός ο χρόνος, η στήλη θα ήθελα να σταθεί με δέος και θαυμασμό στην προσφορά ενός και μόνου ανθρώπου που η παρουσία του στη μίζερη εποχή μας μάς παρηγορεί και μάς ενδυναμώνει. Πρόκειται για τον Κρήτα Νίκο Ψιλάκη, δημοσιογράφο το επάγγελμα. Αυτός ο νέος, ονειροπόλος και πείσμων Κρητικός κατόρθωσε κάτι που δεν το μπόρεσε ούτε ίδρυμα, ούτε σύλλογος, ούτε Πανεπιστήμιο, ούτε ομάδα επιστημόνων Σε δύο πολυτελείς τόμους 900 σελίδων συγκέντρωσε κατόπιν επιτόπιας εξαντλητικής έρευνας ένα απρόσιτο, δυσεύρετο και κυρίως άγνωστο και ανεξερεύνητο υλικό, «Τα μοναστήρια και τα ερημητήρια της Κρήτης». Πρόκειται για 364 (!) μοναστήρια και σκήτες των οποίων αναφέρεται η ιστορία μέσα στους αιώνες, η οικοδομική τους περιπέτεια και η σημερινή τους κατάσταση. Ο Ψιλάκης σαν σπάνιος και αυστηρός ειδικός εξαντλεί τις πηγές και τινάζει έως παραδόσεως κάθε πληροφορία. Φωτογραφίζει με πάθος. Μόνο οι φωτογραφίες των δύο τόμων αποτελούν περιουσία του έθνους σπάνια.
Ο Ψιλάκης συνεχίζοντας τη μεγαλειώδη παράδοση των μανιακών Κρητών ερασιτεχνών (Ξανθουδίδης, Σπανάκης, Πλατάκης) βάζει τα γυαλιά στην κοντόθωρη επιστημονική μας κοινότητα».
Κώστας Γεωργουσόπουλος, εφημ. «ΤΑ ΝΕΑ»


Το αποτέλεσμα ξεφεύγει από τα όρια μιας μεγάλης προσφοράς
«Αγαπητέ κ. Ψιλάκη, υποθέσεις μόνον μπορώ να κάνω για το μόχθο, την επιμονή και το κουράγιο που χρειάστηκαν τα «Μοναστήρια» σας. Το αποτέλεσμα, πάντως, ξεφεύγει από τα όρια μιας μεγάλης προσφοράς και γίνεται μέρος της ζωής μας και της ζωής της Κρήτης. Ανασύρατε -με πόση ευαισθησία και φροντίδα- έναν ολόκληρο κόσμο, που δεν έζησε απλώς στο παρελθόν, αλλά μιλά με σπαραγμό για το μέλλον. Το Πανεπιστήμιο Κρήτης χαίρεται, και σας συγχαίρει».
Γ. Α. Γραμματικάκης, πρύτανης Παν/μίου Κρήτης


Σώζει από τη λησμονιά ό,τι μπορούσε να διασωθεί
«Ένας μεγάλος δημοσιογράφος του κρητικού τύπου και ραδιοφώνου, ο Νίκος Ψιλάκης, αφιέρωσε, προς τιμήν του, δεκαπέντε χρόνια απ’ τη ζωή του για να σώσει από τη λησμονιά ό,τι μπορούσε να διασωθεί, μετά από 250 χρόνια τουρκικής κατοχής και 100 χρόνια τουριστικής αλλοτρίωσης και καταστροφής. Ο Νίκος Ψιλάκης δεν περιορίστηκε στη μελέτη των αρχείων που φυλάσσονται στις βιβλιοθήκες των δήμων και των μοναστηριών. Έκανε, ο ίδιος, προσωπικές έρευνες σε όλα τα χωριά που μπόρεσαν να διατηρήσουν ζωντανή τη μνήμη του παρελθόντος, των παραδόσεων, των ονομάτων, της λαϊκής τέχνης. Και μετά τράβηξε, ή ζήτησε να του τραβήξουν, φωτογραφίες φωτεινές, που αξίζει να συγκριθούν με τις νεφελώδεις φωτογραφίες του G. Gerola (Monumenti Veneti nell' isola di Creta, 1905 -1932) ή με εκείνες που θα τραβηχτούν τον ερχόμενο αιώνα, αν τραβηχτούν.
364 μοναστήρια και ερημητήρια παρουσιάζονται σύμφωνα με τη σειρά των 24 επισκοπικών ενοτήτων της σημερινής Κρήτης, από το κέντρο προς τα ανατολικά, και, στη συνέχεια, από τα δυτικά προς το κέντρο. Για κάθε ένα, ένα σημείωμα, συχνά πλουσιότατο, καταγράφει διεξοδικά τη μοίρα των μνημείων και των ανθρώπων τους. Το έργο, έντιμο όσο και κομψό, παρουσιάζει για τον ελληνιστή τετραπλό ενδιαφέρον, ιστορικό, καλλιτεχνικό, θρησκευτικό, αλλά και απλώς ανθρώπινο.
Αποδεικνύει ότι ο κρητικός μοναχισμός, από την εποχή τον Αγίου Ιωάννη του Ξένου, στα τέλη του 10ου αιώνα, αποτέλεσε επί 900 χρόνια τον κύριο παράγοντα αντίστασης στους ξένους και τη μαγιά κάθε πολιτικής επανάστασης. Κυρίως, όμως, ξαναζωντανεύει μερικά μεγάλα μοναστήρια που χάθηκαν, όπως το μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου Σκαλωτού στους πρόποδες του Γιούχτα, της Φαλάνδρας πάνω από τα ερείπια της Φαιστού, των τριών Ιεραρχών, Βασιλείου, Γρηγορίου και Ιωάννη Χρυσοστόμου στο όρος Κόφινας ή του Αγίου Κυριακού στην Ιεράπετρα. Σε πολλές περιοχές, τα μοναστήρια και τα μετόχια τους διαχειρίζονταν τεράστιες εκτάσεις που απαλλοτριώθηκαν, κατά σειρά, από τους Άραβες, τους Ενετούς ή τους Τούρκους κατακτητές, και στο τέλος, από τις ίδιες τις ελληνικές αρχές.
Γνωρίζαμε ασφαλώς ότι η Ενετική Κρήτη είχε γνωρίσει, και αυτή, τον δικό της αιώνα της Αναγέννησης. Αυτό που δε γνωρίζαμε είναι ότι αυτή η αναγέννηση οφειλόταν κατά μεγάλο μέρος στους μοναχούς, που εκπαίδευαν ζωγράφους, όπως ο Θεοτοκόπουλος ο Κρης, που θα γίνει Ελ Γκρέκο στην Ισπανία, ποιητές και ψαλμωδούς, και παράγγελναν στους αρχιτέκτονες να δοξάζουν το Θεό και τους Αγίους σε ένα νέο πνεύμα, εμπνευσμένο ταυτόχρονα από τη Βενετία και το Βυζάντιο: αρκεί να αναλογιστεί κανείς το Τοπλού, την Αγκάραθο, το Αρκάδι ή την Αγία Τριάδα στο Ακρωτήρι.
Και διαπιστώνουμε τώρα σε τι βαθμό τα μεγάλα αυτά σύνολα, θρησκευτικά κατ’ αρχήν, αλλά επίσης διοικητικά και οικονομικά, με τα χωράφια τους, τα αγροκτήματα και τις εγκαταστάσεις τους (πατητήρια, εργαστήρια, αποθήκες, στάβλοι) έμοιαζαν με τα λεγόμενα μινωικά «ανάκτορα». Ορισμένα απ’ αυτά αντικατέστησαν, προφανώς, εστίες αρχέγονης λατρείας. Όπως παρατηρεί εύστοχα ο Ν. Ψιλάκης, η χριστιανική λατρεία μπορεί να έσβησε στην περιοχή του Ηρακλείου, μετά την τουρκική εισβολή του 1648, διατηρήθηκε, όμως, ισχυρότερη από ποτέ, στο Γιούχτα, βουνό ιερό από τους μινωικούς ήδη χρόνους. Το ίδιο φαινόμενο διαπιστώνεται και στον ιερό τόπο της περιοχής των Χανίων, το Ακρωτήρι, με τα μοναστήρια του και τα αρχαία ιερά του σπήλαια του Απόλλωνα, της Αρτέμιδας, του Πάνα και των Νυμφών. Κάθε περιοχή της αρχαίας Κρήτης είχε το δικό της ιερό σπήλαιο και το δικό της ιερό κορυφής. 265 εκκλησίες σε βραχοσκεπές, φέρνουν στο νου, ταυτόχρονα, τους χριστιανούς ασκητές και τις αρχαίες ασκήσεις μύησης μέσα στους λαβυρίνθους. Πόσοι άραγε γνωρίζουν ότι η αγία μυρτιά του Βενεράτου (αρχαία Απολλωνία) φυτρώνει στο σημείο ακριβώς όπου οι αρχαίοι λάτρευαν τον Δαφνηφόρο Απόλλωνα;
Ο Νίκος Ψιλάκης φιλοτεχνεί ένα πολύ ανθρώπινο πορτρέτο των τελευταίων μοναχών της Κρήτης, άλλοτε δείχνοντας το πρόσωπό τους κι άλλοτε περιγράφοντας τα έργα, τα βάσανα και την απλή τους γενναιοδωρία. Κι αυτό με συγκινεί βαθύτατα, γιατί κι εμένα με φιλοξένησαν πολλές φορές αυτοί οι μοναχοί.
Μακάρι να δημοσιεύονταν ανάλογα έργα και σ’ όλα τα άλλα διαμερίσματα της Ελλάδας!
+Paul Faure,  ακαδημαϊκός - καθηγ. Παν/μίου, περ. «Revue des Etudes Grecques», Παρίσι


Έργο σοβαρό, τεκμηριωμένο και πλούσιο σε πληροφορίες
« …Αξίζει να σημειωθεί ότι πολλά από τα ιστορικά στοιχεία είναι εντελώς νέα, προερχόμενα από εξαντλητική έρευνα του συγγραφέα σε διάφορα αρχεία, και κυρίως των δημογεροντιών Ηρακλείου και Λασιθίου, που παρέμεναν ως σήμερα ανερεύνητα. Έτσι το έργο απευθύνεται όχι μόνο στο ευρύ κοινό, αλλά και στους επιστήμονες που θα επιθυμούσαν να έχουν μια έγκυρη και τεκμηριωμένη γνώση μοναστηριολογικών θεμάτων, κυρίως της τελευταίας περιόδου της τουρκοκρατίας.
Το υλικό, ιστορικό και φωτογραφικό, συγκεντρώθηκε με πολύ μόχθο, αλλά με ακοίμητο ενδιαφέρον και δημιουργική αγάπη. Με περιπλανήσεις και επιτόπιες επισκέψεις, που χρειάστηκαν, όπως γράφει ο ίδιος ο κ. Ψιλάκης στο προλογικό σημείωμά του, «ατέλειωτες ώρες οδοιπορίας σε μακρινές και συχνά δύσβατες περιοχές», κατόρθωσε να έχει άμεση γνώση και εποπτεία των μοναστηριών. Αυτό του έδωσε και τη μοναδική δυνατότητα να φωτογραφήσει ο ίδιος, και με αξιοθαύμαστη δεξιοτεχνία, πλούσιο, σπάνιο και δυσπρόσιτο υλικό. Οι θαυμάσιες φωτογραφίες αρχιτεκτονικών και αρχαιολογικών στοιχείων, κτισμάτων, εικόνων, σκευών, βιβλίων, αμφίων, κ.λπ. φωτογραφίες υψηλής καλλιτεχνικής ποιότητας, καθιστούν το βιβλίο αληθές μουσείο θρησκευτικής ζωής και τέχνης.
Αξίζει ακόμη να προστεθεί ότι η άμεση εποπτεία οδηγεί συχνά τον συγγραφέα και στην επισήμανση ή στη λύση πολλών ιστορικών προβλημάτων. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν οι απόψεις του για τον εντοπισμό και την ταύτιση πολλών μοναστηριών, που γνωρίζονται μόνο από ιστορικές ή φιλολογικές πηγές. Αναφέρω ως παράδειγμα το μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου του Σκαλωτού. Οι ασχολούμενοι με τις παλαιότερες περιόδους της κρητικής μοναστηριολογίας γνωρίζουν από τις πηγές ότι στο μοναστήρι αυτό ήταν ηγούμενος ο Γεράσιμος Βλάχος, μια κορυφαία μορφή των κρητικών γραμμάτων στα τελευταία χρόνια της βενετοκρατίας, μητροπολίτης Φιλαδέλφειας (= Βενετίας) αργότερα.
Κανένας ως σήμερα δεν κατόρθωσε να εντοπίσει το μοναστήρι αυτό που, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, θα πρέπει να βρισκόταν στην ευρύτερη περιοχή του Χάνδακα και που βυθίστηκε στη λήθη και στην αφάνεια μετά την τουρκική κατάκτηση, όπως συνέβη με εκατοντάδες άλλα μοναστήρια. Ο κ. Ψιλάκης ανακάλυψε στην περιοχή του σημερινού χωριού Αγ. Βλάσσης, δυτικά του Γιούχτα, στη σημερινή τοποθεσία «Μετόχι Τρανταλίδη», παλαιό ερειπωμένο μοναστηριακό κτίσμα, που έχει μεταβληθεί σε στάβλο. Όλες οι ενδείξεις, και κυρίως το σωζόμενο τοπωνύμιο «Κακόσκαλο», οδηγούν στην πιθανή ταύτιση του σημερινού στάβλου με το ιστορικό μοναστήρι. Τα αρχαιολογικά στοιχεία του μοναστηριού αυτού, που ο ίδιος επισήμανε και φωτογράφισε, το υδραγωγείο, κιονόκρανα, διακοσμητικά στοιχεία κ.λπ. και αν ακόμη δεν ανήκουν στο συγκεκριμένο μοναστήρι, έχουν αξία καθαυτά, ως σιωπηλοί μάρτυρες της παλιάς και λησμονημένης ιστορίας του τόπου μας. Το παράδειγμα δεν είναι μοναδικό.
Γενικά, πρόκειται για ένα έργο σοβαρό, τεκμηριωμένο και πλούσιο σε πληροφορίες. Χωρίς αμφιβολία, το βιβλίο αυτό θα είναι πλέον και για πολλά χρόνια η κύρια πηγή της κρητικής μοναστηριολογίας. Ο κ. Ψιλάκης προσφέρει αληθινή υπηρεσία στον τόπο, στην ιστορία και στον πολιτισμό του.
Η έκδοση είναι ιδιαίτερα φροντισμένη, με γνώση και καλαισθησία. Αξίζει μάλιστα να προστεθεί ότι την τυπογραφική επιμέλεια είχε ο ίδιος ο συγγραφέας, που διαθέτει εκτός από τα άλλα και πλούσια εκδοτική εμπειρία».
Θεοχάρης Δετοράκης, καθηγητής Παν/μίου Κρήτης


Καλύπτει με τον καλύτερο τρόπο ένα μεγάλο κενό
«Γνώριζα τον πρώτο τόμο από πέρυσι, όταν επιδόθηκε τελετουργικά στον Πατριάρχη Κων/πόλεως Βαρθολομαίο, με την ευκαιρία της επίσκεψής του στην Κρήτη και πάλι σε περίοδο εορτών πήρα στα χέρια μου τον δεύτερο τόμο, με τον οποίο και συμπληρώνεται ένα τεράστιο έργο χιλίων διακοσίων σελίδων. Δεν είναι όμως μόνο ο όγκος αξιοθαύμαστος, όσο ο τρόπος με τον οποίο αναδεικνύεται ένας κρυμμένος θησαυρός.
Γιατί το έργο του Νίκου Ψιλάκη καλύπτει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο ένα μεγάλο κενό για τον τεράστιο αριθμό των κρητικών μοναστηριών και τη μέγιστη σημασία τους στην ιστορία της Μεγαλονήσου. Και μόνο για τη συλλογή τόσου υλικού υποκρύπτεται ένας άθλος, που είναι τελικά και επιστημονικός. Γιατί μόνο ένας ερευνητής μπορεί να γνωρίζει τις αφάνταστες δυσκολίες της συγκέντρωσης του υλικού σε χίλιους απόμερους και καμιά φορά δύσβατους τόπους, της ανάγνωσης μιας ακρωτηριασμένης επιγραφής ανάμεσα σε ερείπια, της αναδίφησης άπειρων τόμων σε βιβλιοθήκες και αρχεία, ακόμη και για ανέκδοτο υλικό.
Το κύριο προσόν του έργου όμως, νομίζω, δεν είναι η αναπάντεχη γνώση την οποία προσφέρει για ένα τόσο σπουδαίο θέμα. Αλλά ο τρόπος που παρουσιάζεται. Γιατί εδώ τον πρώτο λόγο δεν έχει ο ψυχρός επιστήμονας, αλλά ο καλός δημοσιογράφος, που ξεχωρίζει το περιττό από το χρήσιμο και, το σημαντικότερο, την προσωπική αγάπη του θέματος τη μεταδίδει διδακτικά στον αναγνώστη. Ακόμη και στο πρόχειρο, πρώτο φυλλομέτρημα, με τις άπειρες εξαίρετες φωτογραφίες από ένα γραφικό ερείπιο, ένα ξεχασμένο κειμήλιο, τη μορφή ενός ασκητή ή και κοσμοκαλόγερου, μιας κρητικής εικόνας, όλες φωτογραφίες της ευαισθησίας του ίδιου του συγγραφέα.
Το δίτομο έργο του Νίκου Ψιλάκη, «Μοναστήρια και ερημητήρια της Κρήτης» δεν είναι ένα άχρωμο σύγγραμμα, ούτε κι ένα απλό φωτογραφικό λεύκωμα. Αλλά συνδυάζοντας τις αρετές και των δύο προκαλεί τον αναγνώστη και στην άμεση επίσκεψη τόσων τόπων, που για πρώτη φορά γνωρίζει και το μεγάλο κοινό».
Γιάννης Σακελλαράκης, καθηγ. Προϊστορικής Αρχαιολογίας


Μνημειώδης έκδοση
«…Μια σπουδαία έρευνα και μια μνημειώδης έκδοση που κρούει δυο διαφορετικές καμπάνες. Η μια χτυπάει χαρμόσυνα για τα στοιχεία που σώζονται, για την αποκάλυψη μιας άγνωστης πλευράς της ιστορίας της Κρήτης. Η άλλη καμπάνα χτυπάει πένθιμα για όλα εκείνα τα μνημεία που χάνονται...»
Μαρίνα Λαμπράκη – Πλάκα, Καθηγ. Ανωτ. Σχ. Καλών Τεχνών, Δ/ντρια Εθνικής Πινακοθήκης


Έργο μεστό σε περιεχόμενο και εντυπωσιακό σε εμφάνιση
«Έργο μεστό σε περιεχόμενο και εντυπωσιακό σε εμφάνιση αποτελεί η δίτομη έκδοση του Νίκου Ψιλάκη για τα Μοναστήρια και τα Ερημητήρια της Κρήτης, καρπός πολύχρονης, πολύμοχθης και συστηματικής επιτόπιας έρευνας, με παράλληλη αρχειακή αναδίφηση και βιβλιογραφική αναζήτηση.
Ο Νίκος Ψιλάκης, καταξιωμένος λειτουργός της έντυπης και ηλεκτρονικής δημοσιογραφίας, ευαίσθητος καλλιτέχνης του φακού, με ευρύτατα πνευματικά ενδιαφέροντα και επιπλέον γνώστης του κρητικού χώρου και των κατοίκων του, μπόρεσε να συγκεντρώσει σημαντικά σε ποσότητα και σημασία στοιχεία, να αποτυπώσει φωτογραφικά εκατοντάδες εικόνες, κειμήλια, μορφές μοναχών και όψεις της ασκητικής ζωής και του μεγαλείου της Κρητικής γης, να ερευνήσει και εξερευνήσει ποικίλες και δυσπρόσιτες πολλές φορές πηγές και στο τέλος να δαμάσει το τεράστιο υλικό του, προσφέροντας έργο σπάνιας πληρότητας και καλλιτεχνικής ευαισθησίας, μία λεπτομερή καταγραφή με φωτογραφική τεκμηρίωση του πλούσιου θησαυρού της μοναστικής ζωής της Μεγαλονήσου.
Το ιστορικό της συγγραφής του έργου, με τις δυσκολίες αλλά και τις χαρές που προσφέρει μια τέτοια εργασία σ’ έναν πνευματικό δημιουργό, εκθέτει ο ίδιος ο συγγραφέας στον πρόλογο του πρώτου τόμου.
Τις δυσκολίες που συνάντησε στην πολύχρονη ερευνά του εκθέτει και στον πρόλογο του δεύτερου τόμου, μαζί με τη διαπίστωση και τη μαρτυρία για καταστροφή παλαιών μοναστικών κέντρων, για πολλούς και διάφορους λόγους (κακόγουστος εξωραϊσμός χώρων, αξιοποίηση γειτονικών κτημάτων κ.λπ.). Τονίζει ακόμη την πικρή αλήθεια, μια αλήθεια με τεράστια σημασία, ότι μαζί με την ερήμωση των μοναστικών κέντρων και την εγκατάλειψη της υπαίθρου χάνονται και οι μνήμες, που μέσα από παραδόσεις, τοπωνύμια και άλλα στοιχεία της προφορικής παράδοσης συντηρούν τη γνώση για την κρητική μοναστική ιστορία. Ας σημειωθεί, ότι αξιολογώντας τέτοια στοιχεία ο ίδιος, μπόρεσε να εντοπίσει και να ταυτίσει αρκετούς ξεχασμένους σήμερα μοναστικούς χώρους.
Στα «Μοναστήρια και Ερημητήρια της Κρήτης» ιστορική γνώση, επιτόπια έρευνα, καλλιτεχνική ευαισθησία, αξιολόγηση της προφορικής παράδοσης, τεχνική αρτιότητα εκτύπωσης, επιμελημένη φροντίδα δοκιμίων παράλληλα με σύμμετρη παράθεση κειμένων και εικόνων, είχαν ως αποτέλεσμα έργο αγαστό, που θα διασώζει εσαεί σημαντικότατο κεφάλαιο της ιστορίας και του πολιτισμού της Κρήτης.
Ο Νίκος Ψιλάκης δίκαια μπορεί να νιώθει υπερήφανος για τη μεγάλη προσφορά του στη Γενέθλια Νήσο».
Γιώργος Αικατερινίδης, Δ/ντής Ερευνών Κέντρου Λαογραφίας Ακαδημίας Αθηνών


Συγκομιδή πολύχρονου ερευνητικού μόχθου
«Ο Νίκος Ψιλάκης είναι παθιασμένος με την παράδοση του τόπου μας. Η αγωνία του για την καταγραφή και διάσωσή της, αγωνία που ενυπάρχει ευτυχώς σε μιαν ομάδα πνευματικών ανθρώπων που αντιστέκονται στην ξενόφερτη αλλοτρίωση και τη φθορά, μας έδωσε ένα έργο μνημειακό και εθνικής σημασίας σε καιρούς χαλεπούς για τη χώρα μας. Αυτή η συγκέντρωση του πλούσιου υλικού, αυτή η ιστορική διαδρομή στη λαϊκή θρησκευτική έξαρση καθώς εκφράζεται στους μυστηριακούς χώρους, η καταγραφή, η ιστορική και φωτογραφική των μοναστηριών της Κρήτης, μια συγκομιδή πολύχρονου ερευνητικού μόχθου και αγάπης, μας δίνει τη θρησκευτική, πολιτιστική και εθνική συμβολή των μοναστηριών αυτών στην ορθοδοξία και τον ελληνισμό.
... Έξοχο έργο, σπουδαία προσφορά τόσο στην ορθοδοξία όσο και τον Ελληνισμό, έργο που φανερώνει πόσο πλούσιους καρπούς μπορεί να φέρει το δημιουργικό πάθος εκείνων που φλογίζει την καρδιά και την ψυχή τους ο ηρωικός και ποιοτικός παλμός και καημός της Ρωμιοσύνης».
Δημήτρης Σταμέλος, εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ»

Εναρμόνιο σύνολο…
«Διεξερχόμενος τις σελίδες του κανείς, θαυμάζει το ιερό πείσμα μιας επίμοχθης, πολύχρονης και πολυεπίπεδης διαδρομής: στα όρη και τα γκρεμνά της Κρήτης, στην αχανή βιβλιογραφία, στις καταχωνιασμένες ανέκδοτες πηγές, όσες εγκρύπτουν άγνωστα ως τώρα στην έρευνα στοιχεία, στα διάσπαρτα εδώ και εκεί τεκμήρια της τοπικής ιστορίας. Μια διαδρομή που, μαζί με την τέχνη της φωτογραφίας και τη μεθοδικότητα στην έκθεση, συνέθεσαν εναρμόνιο σύνολο, μπροστά στο οποίο δεν μένει εσωτερικά αδόνητος ιδιαίτερα ο Κρητικός. Νιώθει το ρίγος της ιστορίας που βρίσκεται πίσω του, την ευθύνη ότι αυτή πορεύεται και με το δικό του το βήμα, την αγωνία για τα σημάδια της που χάνονται "αξιοποιούμενα". Νιώθει περισσότερο δεμένος με τον τόπο του, περισσότερο ορθόδοξος.
Ξεχωριστό ενδιαφέρον, για μένα τουλάχιστον, παρουσιάζουν οι αναδρομές ως την προχριστιανική εποχή και η διάρκεια του λατρευτικού χαρακτήρα πολλών τόπων: του Δισκουρίου (Β', 120) ή της Αρκουδιώτισσας (Β', 200). Επίσης, ο ταυτισμός της ιστορίας μοναστηριών και τοπικής εκπαίδευσης (Μονή Κρεμαστών, Β', 421) και γενικά η πνευματική πτυχή των μοναστηριών, τα οποία είναι γνωστά περισσότερο για τους απελευθερωτικούς αγώνες τους».
Στέφ. Γοντικάκης,  δ.φ. Δ/ντής Λυκείου «Ο Κοραής»


Ερευνητής suspiciosus
«Ο Νικόλαος Ψιλάκης παρουσιάζεται από το βιβλίο αυτό λαμπρός εργάτης της επιστημονικής έρευνας.
Παρουσιάζεται ερευνητής suspiciosus. Για του λόγου μου το ασφαλές θα αναφέρω μόνο ένα παράδειγμα. Βλέποντας εσοχές σαν μεγάλα σκαλοπάτια σε σκληρό αργιλόχωμα σε ανηφορικό τμήμα ατραπού, ανατολικά του χωριού Άγιος Βλάσης και δυτικά του Γιούχτα, στη σημερινή τοποθεσία «Μετόχι Τρανταλίδη» υποπτεύθηκε ότι η τοποθεσία πρέπει να είναι η αναφερόμενη σε παλιές γραπτές πηγές με το όνομα Σκαλωτός και ότι ο σωζόμενος τοίχος σ’ ένα στάβλο αιγοπροβάτων, μερικές δεκάδες μέτρα πιο πέρα από τα σκαλοπάτια, πρέπει να είναι του καθολικού της Μονής του Αγίου Γεωργίου του Σκαλωτού, στην οποία μόνασε ο Γεράσιμος Βλάχος, μια κορυφαία μορφή των κρητικών γραμμάτων στα τελευταία χρόνια της Βενετοκρατίας. Η έρευνα που έκαμε στη συνέχεια, κατά τη γνώμη μου, τον δικαίωσε. Η τοποθεσία σήμερα, σύμφωνα με πληροφορίες των κατοίκων του χωριού Άγιος Βλάσης και του χωριού Βασιλιές, λέγεται «Κακόσκαλο». Ο εκεί ερειπωμένος και ανώνυμος σήμερα ναός, σύμφωνα με την παράδοση, ήταν του Αγίου Γεωργίου. Οι πολλοί λαξευμένοι λίθοι, τα κιονόκρανα, τα διακοσμητικά στοιχεία, το υδραγωγείο, που βρίσκονται γύρω από τον ερειπωμένο ναό, μαρτυρούν την ύπαρξη μονής.
Δεν είναι δυνατό να ανήκουν αυτά μόνο σε ναό. Βενετσιάνικα έγγραφα αναφέρουν ότι το χωριό Άγιος Βλάσης βρίσκεται κοντά στη Μονή του Αγίου Γεωργίου του Σκαλωτού. Για την κάθε μονή, στο τέλος της παρουσίασής της, ακολουθεί βιβλιογραφία.
Το βιβλίο εμπλουτίζεται με 501 έγχρωμες φωτογραφίες υψηλής καλλιτεχνικής ποιότητας. Οι φωτογραφίες είναι κυρίως του συγγραφέα Νίκου Ψιλάκη. Λίγες φωτογραφίες είναι του καλλιτέχνη και σχεδιαστή Ρουσσέτου Παναγιωτάκη και του οδοντίατρου Γιάννη Φρουδαράκη. Ο φακός εστιάζεται σε κτίσματα, σε επιγραφές και ανάγλυφες απεικονίσεις, σε περίτεχνα αγιοθύριδα, σε φορητές εικόνες, σε παλιές τοιχογραφίες, σε ξυλόγλυπτα τέμπλα, σε ιερά σκεύη, σε άμφια, σε παλαιά χειρόγραφα, σε παλαιά εκκλησιαστικά βιβλία, σε μορφές μοναχών κ.λπ. Το βιβλίο εμπλουτίζεται ακόμα με 22 σχέδια που έχει φιλοτεχνήσει ο Ροβέρτος Πάσλεϋ, ο Κώστας Λογαριαστάκης, ο Ρουσσέτος Παναγιωτάκης και άλλοι. Έτσι γίνονται πιο αισθητές στον αναγνώστη οι σελίδες.
Κοίταζα ώρες πολλές τις φωτογραφίες και τα σχέδια των μοναστηριών που είναι ενεργά. Αισθανόμουν ότι βρισκόμουν μέσα σ’ αυτά και ένιωθα συγκίνηση. Κοίταζα επίσης, ώρες πολλές, τα ερειπωμένα μοναστήρια. Στα αυτιά μου ηχούσαν οι παραδόσεις... Και ένιωθα άφατη συγκίνηση. Τότε, για πρώτη φορά κατάλαβα το βάρος τούτου του λόγου του Νέστορα Μάτσα: Όταν τα άψυχα, ιδίως αν είναι μνημεία και έργα της ανθρώπινης αγωνίας, πεθάνουν ή γονατίσουν, τότε γίνονται πιο συμπαθητικά. Στοιχειώνει τότε η ψυχή τους και γίνονται ένα με την ψυχή του τόπου και των ανθρώπων που τον κατοικούνε. Γίνονται μυθολογία και θρύλος».
Δημ. Λ. Παπαδάκης, πρ. του Λογοτεχνικού Συνδέσμου Ηρακλείου


Εξονυχιστική ιστορική έρευνα
«Ο Νίκος Ψιλάκης είναι ένας ξεχωριστός δημοσιογράφος, από τη στιγμή που επαναπροσδιορίζει το ρόλο αυτού του επαγγέλματος, που σαφώς δεν είναι μόνον η καταγραφή της είδησης, αλλά και η έρευνα για το τι κρύβει ο κόσμος που δεν είναι επικαιρικός, άρα ούτε και εφήμερος.
Ένα πολύ ιδιαίτερο βιβλίο, λοιπόν, κόπος και μεράκι του δημοσιογράφου Νίκου Ψιλάκη, ο οποίος ζει και εργάζεται στο Ηράκλειο της Κρήτης, για ένα θέμα κοινό, αγαπητό, που μοιάζει ωστόσο να παραμένει στη σκιά, όπως όλα αυτά που θεωρούμε αυτονόητο να περνάμε δίπλα τους, δίχως να ’χουμε ποτέ το χρόνο να μείνουμε λίγο κοντά τους.
Ο συγγραφέας του έργου συνδυάζει την εξονυχιστική ιστορική έρευνα, την αναδίφηση των ανέκδοτων ιστορικών πηγών, με το σήμερα, επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον του όχι μόνο στην παράθεση των ιστορικών στοιχείων, αλλά και στην ανάδειξη της προσφοράς των μοναστηριών στην εκπαίδευση, στους εθνικούς αγώνες, στη διάδοση της τέχνης και του πολιτισμού».
Μαρία Μαραγκού, εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ»


Μάθημα ιστορικής αυτογνωσίας
«Υπάρχουν βιβλία που εμβαθύνουν σε γνωστά φαινόμενα, ανασύροντας απροσδόκητες στον αναγνώστη διαστάσεις τους, και υπάρχουν και άλλα που πραγματοποιώντας το αυτό τον φέρνουν συνάμα και κοντύτερα σε πράγματα που την ύπαρξή τους ή αγνοούσε ή ατελώς και επιφανειακά γνώριζε.
Σ’ αυτά ανήκει η έκδοση του τόμου του Νίκου Ψιλάκη «Μοναστήρια και Ερημητήρια της Κρήτης» (Α΄), που τελεί υπό την αιγίδα της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης.
Η καλλιτεχνική εντελής και πλήρης θεματολογικά αυτή έκδοση είναι καρπός πολύχρονης και πολύμοχθης εργασίας που ξεκίνησε από τα τέλη της δεκαετίας του 70, όταν ο συγγραφέας της άρχισε τη συγκέντρωση στοιχείων για τα προπύργια της Ορθοδοξίας, που ονομάζονται Μοναστήρια της Κρήτης.
Τα στοιχεία αυτά, πέρα από τις επισκέψεις του στις ίδιες τις μονές, ήταν εξαιρετικά δύσκολο να συλλεγούν μια και, όπως γράφει ο ίδιος στον πρόλογό του, ήταν διάσπαρτα σε επιστημονικά συγγράμματα και δυσεύρετες σήμερα εκδόσεις, ενώ δεν ήταν λίγες οι πηγές που δεν είχαν ακόμη διερευνηθεί.
Του τόμου αυτού προηγήθηκε μια εργασία του, η οποία εκδόθηκε το 1986, με ιστορικά σημειώματα για 36 λειτουργούντα Μοναστήρια της Κρήτης, αριθμός ελάχιστος μπροστά στο σύνολο των κρητικών μονών και ερημητηρίων. Η προσπάθεια συνεχίστηκε με την αξιοποίηση των πληροφοριών, οσοδήποτε ανεπαρκών μερικές φορές, των ιστορικών πηγών, των στοιχείων που προσκόμισαν οι σύγχρονες έρευνες, αλλά και με την επιτόπια επίσκεψη σε χώρους που ελάχιστα θυμίζουν σήμερα τις παλαιότερες εποχές - κελιά δίπλα σε ξωκλήσια, ίχνη κτιρίων και ερείπια σε πολλές περιοχές της Κρήτης. Ο συνδυασμός των ιστορικών μαρτυριών με την επιτόπια έρευνα οδήγησαν τον μελετητή στην ταύτιση μερικών ξεχασμένων μοναστηριών, όπως του Αγίου Γεωργίου στο Σκαλωτό, του λόγιου Μοναχού Γεράσιμου Βλάχου, των Τριών Ιεραρχών του Κόφινα, κ.ά.
Και ο τόμος αυτός τώρα συγκεντρώνει και παρουσιάζει για πρώτη φορά στη μορφή αυτή πολλές από τις υπάρχουσες ιστορικές πληροφορίες για τα κρητικά μοναστήρια και το υλικό που προέκυψε από τις έρευνες του μελετητή σε πηγές σαν τα αρχεία Μοναστηριών, Δημογεροντιών και Μητροπόλεων, το Ιστορικό Μουσείο Κρήτης στο Ηράκλειο, το Ιστορικό Μουσείο Κρήτης στα Χανιά, την Βικελαία Βιβλιοθήκη κ.ά.
Ιστορώντας τη ζωή των «εθνικών αυτών προμαχώνων», όπως ονομάζει ο μελετητής τα μοναστήρια και τα ερημητήρια της Κρήτης, ιστορεί ταυτόχρονα και ένα σημαντικότατο κεφάλαιο της ιστορίας και της πνευματικής και θρησκευτικής παράδοσης της Κρήτης κατά τον 19ο αιώνα και κυρίως κατά τις 4-5 τελευταίες δεκαετίες του, τις τελευταίες δηλαδή δεκαετίες της Τουρκοκρατίας. Προσφέροντας συνάμα, και όχι μόνο στους Κρήτες, ένα μάθημα ιστορικής αυτογνωσίας».
Εφημερίδα «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»


Μια μελέτη με ποιότητα και αισθητική
«Ο συγγραφέας δεν κουράστηκε να κουβαλά πεζοπορώντας στα βουνά της Κρήτης τα φωτογραφικά του σύνεργα και να απαθανατίζει τις ξεχωριστές στιγμές αλλά και τα μνημεία του χθες βλέποντάς τα όχι ως απλά αντικείμενα για απεικόνιση αλλά προσπαθώντας να διεισδύσει στην «ψυχή» τους και να συμπληρώσει το λόγο του με εικόνα και χρώμα. Προσπάθησε να «μιλήσει» με την κάθε πέτρα, με το κάθε έρημο ξωκλήσι και να αναστήσει το χθες μέσα από τους έντονους χρωματισμούς. Το θέμα είναι από μόνο του ελκυστικό αν και περιέχει κάποιες δόσεις μυστηρίου και δέους. Αυτές ακριβώς τις πτυχές φρόντισε να φωτίσει ο συγγραφέας με τη φωτογραφία του. Τα θέματά του είναι υποφωτισμένα και σε αρκετές περιπτώσεις διακρίνει κανείς μια αφαιρετική τάση που περνά απαλά και αφήνει περιθώρια διαφορετικών ερμηνειών της εικόνας.
Γνωρίζοντας πολλά από τα μοναστικά κέντρα του Ρεθύμνου και βλέποντάς τα στο βιβλίο του Νίκου, είχα την αίσθηση ότι δεν ακουμπούσα μόνο το φωτογραφικό είδωλο αλλά και το περιβάλλον του με μια φανταστική περιπλάνηση ανάμεσα στις εποχές και τις ιστορικές περιόδους. Ίσως για το λόγο αυτό να διάλεξε την τεχνική του υποφωτισμού του ειδώλου και την ανάδειξή του με πλάγιους φωτισμούς ή σκούρα μυστηριακά χρώματα. Αλλά και οι κάθετοι φωτισμοί περιέχουν τον ίδιο τόνο μυστηριακής έξαρσης. Στις φωτογραφίες του Βωσάκου συνδυάζει την εγκατάλειψη χωρίς να δείχνει με αμεσότητα τη σκέψη του αλλά αφήνοντας το θεατή να διεισδύσει στο θέμα. Να νιώσει ότι βλέποντας μια φωτογραφία αποτελεί ο ίδιος μέρος του συνόλου, ότι, εν πάση περιπτώσει, περιπλανάται μέσα στις μνήμες.
Εντυπωσιακές είναι ακόμη οι προσωπογραφίες (πορτραίτα) των ερημιτών και των μοναχών της Κρήτης. Ο Νίκος προτίμησε να απομονώσει τα πρόσωπα από το περιβάλλον τους και να αφήσει την έκφραση του προσώπου να κατακλύσει το φωτογραφικό φακό. Οι ρυτίδες, τα ατίθασα γένια, το βαθύ βλέμμα και οι φυσιογνωμίες δίνουν πνοή στο πορτραίτο, με μια καλή τεχνική που ξεκινά από τη σωστή τοποθέτηση μέσα στο κάδρο και καταλήγει στην επιλογή απαλού φωτισμού ο οποίος αναπαράγει τη γαλήνη και την αγωνία μαζί. Οι προσωπογραφίες αυτές έρχονται να συμπληρώσουν το παρόν και να αποτελέσουν ένδειξη ιστορικής συνέχειας, θα μπορούσε κανείς να προχωρήσει σε μια αναλυτικότερη παρουσίαση της εικόνας ως μέσου υποστήριξης της ιστορικής έρευνας. Το σημείωμά μας όμως δεν αφήνει περιθώρια για κάτι τέτοιο, θα πρέπει, όμως, να τονίσουμε τη συμβολή του στην ανάδειξη όλων των πτυχών της ζωής και της προσφοράς των μονών και ιδιαιτέρως στον τομέα της τέχνης. Εικόνες - τοιχογραφίες, διακοσμητικά και αρχιτεκτονικά στοιχεία δημιουργούν ένα σπουδαίο σύνολο μέσα στο όλο έργο. Παράλληλα θα πρέπει να επισημάνουμε τον εντοπισμό χειρογράφων βιβλίων τα οποία φυλάσσονται στις μονές. Τα περισσότερα απ’ αυτά είχαν γραφτεί μέσα στα μοναστήρια μας τα οποία πρόσφεραν σημαντικό έργο στη διάδοση του (χειρόγραφου τότε) βιβλίου αλλά και της μάθησης.
Εκείνο που θα πρέπει να τονιστεί με έμφαση είναι ότι το βιβλίο του Νίκου Ψιλάκη δεν είναι εορταστικό λεύκωμα από εκείνα που «στήνονται» για άλλους σκοπούς. Είναι ένα έργο, μια μελέτη με ποιότητα και αισθητική. Είναι μια κουραστική εργασία πολλών ετών. Για φανταστείτε μόνο πόσος χρόνος χρειάζεται για να επιχειρήσει κανείς να επισκεφτεί τετρακόσια περίπου μοναστήρια από το ανατολικότερο ακρωτήρι της Κρήτης (Κάβο Σίδερο, Μονή Αγίου Ισιδώρου) ως τη δυτική άκρη (Χρυσοσκαλίτισσα). Να τα επισκεφτεί μόνο μία φορά και όχι τόσες που τα επισκέφτηκε ο συγγραφέας. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Μονής Ρουστίκων, η οποία έχει φωτογραφηθεί και τις τέσσερις εποχές του χρόνου και σε διαφορετικές ώρες όπως δείχνουν οι φωτογραφίες που δημοσιεύονται...»
Ανδρέας Θεοδωράκης, εφημερίδα «ΡΕΘΕΜΝΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ»


Από τα πρώτα χρόνια του χριστιανισμού ως τις μέρες μας
«…Η μελέτη του Ν. Ψιλάκη ξεκινά από τα πρώτα χρόνια του χριστιανισμού στο νησί και φθάνει ως τις μέρες μας. Ο συγγραφέας δεν παραμέλησε τις δύσβατες περιοχές και τα απομακρυσμένα μοναστικά κέντρα προκειμένου να ολοκληρώσει τη μελέτη του. Έτσι εντόπισε πολλά άγνωστα μοναστήρια και ασκητήρια, όπως τη Μονή Αγίου Γεωργίου Σκαλωτού στο Γιούχτα, τη Μονή Κυριακού στην Ιεράπετρα, τη Μονή Τριών Ιεραρχών στον Κόφινα. Η τοπική μοναστηριακή ιστορία και ο ανορθόδοξος ρόλος της Κρήτης στην επιβίωση των μοναστικών κέντρων συνδυάζονται και παρουσιάζονται με πυκνό κείμενο, αλλά και με 580 έγχρωμες φωτογραφίες. Ο συγγραφέας φωτογράφισε τα μεγάλα συγκροτήματα αλλά και τα ερημητήρια, τις χαρακτηριστικές μορφές των Κρητικών μοναχών αλλά και τους τελευταίους ερημίτες. Επικεντρώνει το ενδιαφέρον του όχι στην απλή παράθεση των γεγονότων αλλά στην ανάδειξη της προσφοράς των μοναστηριών στην εκπαίδευση, στους εθνικούς αγώνες, στη διάδοση της τέχνης και του πολιτισμού».
Εφημερίδα «Κ

Σχόλια Αναγνωστών